9. Νόστιμες ιστορίες
Οι λέξεις μέσα κατοικούν,
στο βάθος του μυαλού μας.
Σαν απ΄το σύθαμπο γλιστρούν,
στο χέρι στο χαρτί μας.
Μοιάζουν παιδιά όλο χαρά,
σαν παίζουνε σχοινάκι .
Τραβούν γλυκά καθώς γελούν,
γυρίζοντας την άκρη.
Πέρα απ΄τα όρια κατοικούν,
ξέγνοιαστ΄ η ανεμελιά τους.
Προκαταλήψεις δε νογούν,
στα παιδικά όνειρά τους.
Ποια λέξη μέσα της εσύ,
σαν όστρακο αγκαλιάζεις.
Πλάι στην τροχιά της νοσταλγείς,
ν΄ αγγίζεις κι όπου φθάσεις.
Οι πιο ωραίες μας στιγμές,
δίχως φωτογραφίες.
Σταλάζουνε βαθειά στο νου,
νόστιμες ιστορίες.
10. Στο σύθαμπο της προκατάληψης
Στο σύθαμπο της προκατάληψης
έπεσαν αμαχητί
μικρές, αθώες χρυσαλλίδες που δεν πρόλαβαν
να ανοίξουν τα φτερά τους....
Ένιωσαν στην πέτσα τους τι σημαίνει
να είσαι απορριπτέος ανάμεσα σε ίσους.
Μη άνθρωπος, ανάμεσο σε ανθρώπους.
Να μην σε δέχεται κανένας τόπος
σαν περνάς τα όρια του τόπου σου
Να νιώθεις λερός, τελειωμένος,
πριν ακόμα τελειοποιηθείς!
Δεν ζήτησαν παρά τα ελάχιστα που γεύεσαι εσύ.
Μόνο να ζήσουν
καταπίνοντας καθάριο αέρα-
όχι μπαρουτιασμένα σύννεφα.
Να παίξουν, να γελάσουν, να κάνουν έρωτα,
να κοιμηθούν και να ξυπνήσουν
χωρίς τα βλέφαρα να τρεμοπαίζουν από τον τρόμο και τη φρίκη.
Μπήκαν σε επίφοβα σκαριά, ναυάγησαν, επέζησαν
για να πεθαίνουν έπειτα κάθε μέρα
από την απόγνωση του διωγμού και της ντροπής
Πώς θα ξεφύγουν από τη τροχιά που ήδη είναι προδιαγεγραμμένη;
Τι μένει ακόμα να γευτούν;
Μια διελκυστίνδα είναι σε εξέλιξη για αυτούς.
Στη μια μεριά τραβούν μιλούνια οι καθαροί,
της Άριας φυλής το δίχως άλλο
Στην άλλη άκρη του σχοινιού αυτοί,
παιδιά ενός ανύπαρκτου θεού,
πολλοί ενάντια στους λίγους.
Το παιχνίδι σαφώς και είναι στημένο.
Η έκβαση ηλίου φαεινότερη...
Κάποια παιδιά δεν θα μπορέσουν ούτε εδώ,
μακριά από τη φρίκη του πολέμου
να γίνουν πεταλούδες.
11. Αγγέλα Καραμήτρου
Είμαι η Αγγέλα Καραμήτρου με τ' όνομα. Ό,τι θες να μάθεις για τη μικρή μας γειτονιά, ρώτα εμένα. Έλα να σε τρατάρω συκαλάκι γλυκό και να σου πω τα μικρά μας μυστικά.
Με τους περισσότερους έχω καλές σχέσεις. Αλλά είναι ορισμένοι σαν τον Μπάμπη τον μαραγκό, που φωνάζει ότι μου χρειάζεται σκοινί και σαπούνι. Άκου να δεις ποιος με απειλεί ...ο πιο βίαιος της γειτονιάς . Που δέρνει γυναίκα και παιδί κάθε μέρα. Αλλά του 'χω ράμματα για τη γούνα του, μην ανησυχείς.
Που λες, το δίπατο το βλέπεις; Υπάλληλος του Δήμου είναι. Και όμως έχει σπιταρόνα με ακριβά έπιπλα και χαλιά. Λεφτά να δουν τα μάτια σου. Ποιος ξέρει πόσα τρώει από το Δήμο! Σκέφτηκα να τηλεφωνήσω στην εφορία να τον ξεψαχνίσει, αλλά αυτό ξεπερνάει τα όρια της ευπρέπειας,ε;
Καλέ μη νομίσεις ότι είμαι κουτσομπόλα. Α όλα κι όλα. Θέλω να ξέρω ποιος είναι ποιος, γιατί πώς αλλιώς θα ξέρω ποιον βάζω σπίτι μου;
Αριστερά βλέπεις εκεί στο βάθος; Είναι το σχολείο μας. Το καμάρι μας. Και πέρσι ήλθε ένας δάσκαλος που μας το παίζει δίκαιος και πατριώτης. Αμ θα μου γλύτωνε νομίζεις; Έμαθα ότι ο πατέρας του είχε κάνει εξορία. Κομμουνιστής παιδάκι μου και κάνει τον δημοκράτη. Κρίμα στα παιδιά μας!
Απέναντι που λες, μένει η Ευτέρπη με τα 4 παιδιά της. Χήρα μας είπε ότι είναι, αλλά σιγά μην την πίστεψα. Στο σπίτι της δεν υπάρχει ούτε μια φωτογραφία του άντρα της. Τελικά μη στα πολυλογώ, έμαθα ότι ο άντρας της ζει , ότι τον παράτησε γιατί ήταν ναρκομανής και έκανε φυλακή. Και το 'κρυβε γιατί υπάρχει, λέει, προκατάληψη και θα βάζανε τα παιδιά της στο περιθώριο. Σιγά, για τι ανθρώπους μας περνάει;
Συγνώμη που κοιτάζω έξω από το παραθύρι μου. Βλέπεις τα σκατόπαιδα, διαλέγουν να παίζουν έξω από την αυλή μου και κλωτσάνε τη μπάλα τόσο ψηλά. που η τροχιά της τη στέλνει κατευθείαν στα λουλούδια μου. Να μου το θυμηθείς, βαλτά από τους γονείς τους είναι. Δεν τους ξέρω τι κουμάσια είναι νομίζεις;
Κοίτα, αυτός που έρχεται από μακριά είναι ο παπάς. Δεν τον ξεχωρίζεις; Το σύθαμπο σε εμποδίζει, αλλά σε λίγο θα τον δεις. Μένει δεξιά μου κοντά στην εκκλησία. Τι να σου πω με δαύτον;
Έχει μια γυναίκα νέα και φιλοξενεί εδώ και καιρό το ξαδέλφο της. Σιγά μην είναι ξάδελφός της. Είναι έγκυος η παπαδιά. Ας περιμένουμε να γεννήσει και θα δούμε τίνος μοιάζει το παιδί.
Καλέ που πας; Φεύγεις;
Δεν τελείωσα. Καινούργια είσαι, στης Σόνιας την αυλή νοίκιασες και θέλω να είσαι προστατευμένη. Δεν θες να ακούσεις για τη Σόνια την παλαβιάρα; Καλά φύγε, αλλά αν σου κάνει τίποτε τρελά πράγματα σε μένα θα έλθεις.
Να σωπάσω;
Καλέ στόμα έχω και μιλιά δεν έχω!
12. «Το ζακετάκι»
- Μάνα…πατέρα,σ’ ένα μήνα παντρεύομαι.
- Τσιμουδιά εσύ, άστο πάνω μου.
- Μα γιατί τον καπελώνεις διαρκώς; Πατέρας μου είναι, ας πει κι αυτός τη γνώμη του.
- Μπα; Θες να πεις τη γνώμη σου Λεωνίδα;
- Εγώ…εγώ παιδί μου...ό,τι πει η μάνα σου.
- Μερσί Λεό…και δε μου λες εσύ μικρέ...
- Μισό να φέρω τη λάμπα...η κάμερα πάνω μου, κλείσε ρε πατέρα τον πολυέλαιο...έτσι μπράβο...λοιπόν;
- Το ζουλάπι η Αλβανίδα είναι; Τα’λεγα εγώ…βρε ζούδι αυτή ΄ναι του σκοινιού και του παλουκιού…μ’ αυτήν θ’ ανοίξεις σπίτι;
- Δεν κατάλαβες. Η Νατάσσα ήταν για ξεκάρφωμα. Έχω σοβαρή σχέση μ’ ένα εξαιρετικό παιδί απ’ την Ξάνθη. Είναι μαθηματικός και τον λένε Ιάκωβο…όταν είμαστε μόνοι,τον φωνάζω «Ζακετάκι μου».
****
- Εντάξει...κι η υπομονή έχει τα όριά της! Λεό τα υπογλώσσια...σβήνω!
- Περίμενε ρε μάνα…το καλύτερο δεν σας το’πα ακόμα!
- Μαριάννα άσε κάτω το τασάκι!
- Θ’ αποκτήσετε εγγόνι!
- Tιιι; Είναι έγκυος το Ζακετάκι;
- Όχι ρε πατέρα, υιοθετήσαμε ένα ορφανό απ’ την Αιθιοπία. Τελειώσαμε τα διαδικαστικά και σύντομα το υποδεχόμαστε σπίτι μας.
- Τι χρώμα είναι δηλαδή;
- ΛΕΩΝΙΔΑ!
- Όχι λέω…αν είναι μαυράκι, πώς θα το καταλαβαίνουμε όταν μιλήσει;
- Λεωνίδα το βλέπεις το βάζο; Μπαίνει σε τροχιά εκτόξευσης.
- Δεν πιστεύω να παίζει προκατάληψη με το χρώμα του εγγονού σας ε;
- Δηλαδή είμαι παππούς;…δηλαδή πώς εσύ;…θέλω να πω, τι θα πει ο κόσμος ρε πουλάκι μου; Τη μάνα σου τη σκέφτηκες;
- Aμ πώς βγήκε το «Ζακετάκι» νομίζεις; Τόσα χρόνια ένα ζακετάκι με κυνήγαγε. Στο σχολείο, στο παιχνίδι, στον ύπνο και στο ξύπνιο μου… μ’ ένα ζακετάκι μεγάλωσα κι έγινα άντρας.
- Πες ότι φταίω κι από πάνω…ζακετάκι φώναζα να φορέσεις, όχι δωδεκάποντα!
- Αντρίκια κουβέντα σας κάνω ρε μάνα. Ή με δέχεστε όπως είμαι, ή φεύγω και δεν με ξαναβλέπετε ποτέ.
- Στα τσακίδια!
- Κάτσε ρε πουλάκι μου…πώς φεύγεις; Εδώ είναι το σπίτι σου,ας γνωρίσουμε κι αυτό το καλό παιδί που λες…πω-πω τι κεραμίδα μας βρήκε απόψε!
- Κουράστηκα με τις αντιφάσεις σας. Ζέστη ο ένας, κρύο η άλλη.
- Θρασίμι! Ου να μου χαθείς που περίμενες να γίνω η καλή πεθερούλα του φίλου σου!
- Ενώ αν ήταν η Αλβανίδα θα ενθουσιαζόσουν ε;
- Τουλάχιστον θα ήταν νορμάλ. Τι θα πω στο σόι, το σκέφτηκες;
- Θύμησέ τους τα παιδικά ζακετάκια που πήραν στο λαιμό τους παλιά. Την ψυχοκόρη του θείου Αγησίλαου και κείνο το δύσμοιρο παπαδάκι που γνώρισε τα…«πατρικά χάδια» στο σύθαμπο της εκκλησιάς που λειτουργούσε ο θείος Τιμόθεος. Ο στυλοβάτης της ηθικής και της ιεροσύνης!
- Σκάσε επιτέλους! Μακάρι να μην σ’ είχα γεννήσει ΚΑΙ σένα ποτέ!
- ΜΑΡΙΑΝΝΑ!...Τουλάχιστον αυτός δίνει ζωή σ’ ένα ορφανό…εμείς τι κάναμε;…θυμάσαι;
- Σβήνω.
****
- Πατέρα!...εσύ εδώ; Πέρνα μέσα.
- Άλλη φορά αγόρι μου. Βγαίνει σήμερα και τρέχω για τα χαρτιά…
- Πώς είναι;
- Ευτυχώς ήταν ελαφρύ μας είπαν… τώρα συνήλθε, κάνει και πλεχτοθεραπεία για να εξασκεί το μυαλό της με το μέτρημα στους πόντους.
- Πλεχτοθεραπεία;
- Ναι και σας στέλνει αυτό το δέμα,για τον εγγονό της λέει.
Ένα γαλάζιο ζακετάκι κι ένα σημείωμα:
«Να του το φοράτε να μην κρυώνει.
Η γιαγιά Μαριάννα»
13. Και το σύθαμπο πάντα καρτεράει
Ένα λεπτό ακόμα ζητάω από το χρόνο, όμως κι αυτός έχει κεσάτια: πίστωση τέρμα. Κι έτσι βρίσκομαι εδώ ώρες, αν και χρειάζομαι μόνο ένα λεπτό ακόμα, μια ανάσα ακόμα, βρε αδερφέ, πριν περάσω απέναντι.
Εκεί, στην σκούρα μάζα που κινείται σα να μη συμβαίνει τίποτα! Και κάνει τόσο θόρυβο που μ’ έχει πιάσει πονοκέφαλος. Και το σύθαμπο καρτεράει πάντα λίγο ρομαντισμό για να σ’ αγκαλιάσει. Για να μη σε νυχτώσει...
Δεν τολμώ να κοιτάξω πίσω μου. Όμως το θέλω. Πολύ! Κλείνω τα μάτια και φαντάζομαι πως κάποιος μου πετάει ένα σκοινί και με σώζει! Με τραβάει στη ζωή. Στην παλιά μου ζωή.
Πριν την απόλυση, την κατάσχεση, το χωρισμό, την προδοσία, τη μοναξιά, την απόγνωση.
Τότε που ονειρευόμουν να αποσυρθώ κάποτε στη θάλασσα και μόνο να γράφω. Γιατί είμαι ποιητής. Με μάγευε πάντα το ελαφρύ τραγούδισμα των συνηθισμένων λέξεων στα ποιήματα...
Πού έπρεπε να βάλω τα όρια; Δίπλα μου, οι άνθρωποι του κύκλου μου, όλο προχωρούσαν. Και τους ακολουθούσα. Όχι γιατί το ήθελα, αλλά γιατί δεν ήξερα πού και πώς να σταματήσω.
Γιατί κάθε μου δισταγμός συνοδεύονταν από μια απολογία:
Όχι, δεν είμαι τσιγκούνης...
Όχι, δεν είμαι ξενέρωτος...
Όχι, δεν το παίζω αριστερός...
Όχι, δεν...
Κουράστηκα να απολογούμαι. Κι ακολούθησα με κλειστά μάτια μια ξέφρενη τροχιά. Για να μη νιώθω παρίας μες στα εκατομμύριά μου.
Καινούρια αυτοκίνητα, εξοχικά, διακοπές σε εξωτικά νησιά, υπογραφές απολύσεων, πάρτυ, υπηρέτες, γνήσιοι πίνακες, υπογραφές μείωσης μισθών, πρώτο τραπέζι πίστα.
Δεν θυμάμαι καν το όνομά της. Εκείνη όμως θυμάται πως της έδωσα χρήματα για να φέρει την οικογένεια από τη χώρα της. Η μόνη που δεν μου έκλεισε την πόρτα...
Όχι, δεν είναι η προκατάληψη που έχει καρφώσει τα πόδια μου εδώ και δεν περνάω απέναντι. Δεν με νοιάζει που θα μείνω στην παράγκα της υπηρέτριάς μου. Δεν με τρομάζει το χρώμα, η καταγωγή και η πίστη αυτών των ανθρώπων. Η φτώχεια τους με φοβίζει.
Και πώς να γράψω ένα στίχο μες στη σκούρα μάζα που γελάει δυνατά σα να μη συμβαίνει τίποτα!
Και το σύθαμπο καρτεράει πάντα ένα ποίημα... Γιατί αλλιώς γίνεται άγρια νύχτα και σε κατασπαράζει...
Νύχτωσε. Πρέπει να περάσω απέναντι. Ένα μικρό δρομάκι είναι, μοιάζει όμως με κρεμαστή γέφυρα. Ας κοβόταν, μόλις πατούσα το πόδι μου! Να με απαλλάξει από τον εφιάλτη!
Θυμάμαι... είχα γράψει μια πολύ ωραία κριτική για την οικογένεια του «Βυσσινόκηπου» σ’ ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής...
14. Βοήθησέ με.
Ένα σκοινί ρίξε, για να με τραβήξεις έξω από το βυθό της απελπισίας. Τη μορφή του έρωτά σου θέλω να έχει, σου εκμυστηρεύομαι μες στο σύθαμπο, μα εσύ με κοιτάζεις με προκατάληψη. Δε σε παρεξηγώ. Με ακούς καιρό να γελάω και υποθέτεις ότι είμαι αυτάρκης και ευτυχισμένη. Πώς να φανταστείς πως ο ήχος των γέλιων έσπασε τα όρια της μικρής μου ψυχής και κινούμαι πλέον σε τροχιά τρέλας;
Βοήθησέ με.
15. Ψωροϋπερηφάνεια και προκατάληψη
Κάθε φορά που πρέπει να βγω από το διαμέρισμά μου κάνω σιωπηλή έκκληση μέσα μου, να μη συναντηθώ με την αντιπαθέστατη, ψωροϋπερήφανη, γκρινιάρα και γεμάτη προκαταλήψεις διαχειρίστρια. Κάργια την αποκαλούνε μεταξύ τους οι συγκάτοικοι, για κακή μου τύχη μένει στο ακριβώς από κάτω διαμέρισμα και αφουγκράζεται κάθε κίνησή μου, με αποτέλεσμα βγαίνοντας, να τη βρίσκω σχεδόν πάντα μπροστά μου και να υφίσταμαι τη φλυαρία της και τα κακεντρεχή σχόλιά της για όλους και για όλα.
Ανυπόφορη, κομπλεξική κι αχώνευτη, κατέχει εδώ και δεκαετίες το «αξίωμα» του Διαχειριστή, που ομολογουμένως κανένας άλλος δεν ήτανε πρόθυμος να διεκδικήσει και όντας οικοπεδούχος και ιδιοκτήτρια δύο διαμερισμάτων και δύο καταστημάτων στην ίδια πολυκατοικία, λειτουργεί σαν απόλυτος άρχων και σχεδόν πάντα καταφέρνει να επιβάλει τη γνώμη της, γιατί κανείς δεν έχει διάθεση να αντιπαρατεθεί μαζί της…όλα τα επιχειρήματα και οι προτάσεις απαντώνται με το : « Εγώ είμαι μορφωμένη και νουνεχής, Απόφοιτος της Σχολής Οικοκυρικής κόρη του αείμνηστου επιχειρηματία Λάζαρου Κοντοβράκη ….», ο μακαρίτης ο πατέρας της είχε καφενείο στην πλατεία, μαυραγορίτη τον λέγανε όλοι στη γειτονιά, μετά την κατοχή βρέθηκε με λεφτά κι αγόρασε το μεγάλο γωνιακό οικόπεδο με το δίπατο νεοκλασικό που δόθηκε αντιπαροχή το 1962.
Ένα χρόνο σχεδόν τώρα, η εμπάθειά της με τους ενοίκους των δύο διαμερισμάτων του ημιυπογείου, έχει ξεπεράσει τα όρια. Σαν αποθήκες υφασμάτων τα χρησιμοποιούσε για χρόνια ο ιδιοκτήτης τους, ένας Γάλλος αρμενικής καταγωγής, που νοίκιαζε και το γωνιακό μαγαζί της διαχειρίστριας. Πριν ένα χρόνο όμως μετέφερε αλλού την επιχείρησή του και νοίκιασε τα διαμερίσματα σε 4 οικογένειες Σύρων προσφύγων. Λίγους μήνες αργότερα, προστεθήκανε και άλλοι συγγενείς τους και οι οικογένειες έγιναν 8, στο διάδρομο του ημιυπογείου παρκάρανε 3-4 παιδικά καροτσάκια και ο ακάλυπτος γέμισε σχοινιά για το άπλωμα της καθημερινής τους μπουγάδας….
Η διαχειρίστρια, άφρισε, χάλασε τον κόσμο, ωρυότανε και ξεφώνιζε στις σκάλες, στην είσοδο, στους διαδρόμους κι αν πετύχαινε και κάποιον ένοικο, τον καθήλωνε και τον βομβάρδιζε: «Τι κατάσταση είναι αυτή!!! Όλη μέρα μαγειρεύουνε, βρώμισε ο τόπος κρεμμυδίλα, έχει υποβαθμιστεί η πολυκατοικία, θα μας φάει η βρωμιά, ποιος ξέρει τι αρρώστιες κουβαλάνε!!! Να υπογράψουμε να έρθει το υγειονομικό, να κάνουμε μήνυση στον ιδιοκτήτη»!!! Αξημέρωτα κατέβηκε να κατασκοπεύσει και να καταμετρήσει τα παιδικά καροτσάκι στο διάδρομο, από την πρεμούρα της, μέσα στο σύθαμπο, παραπάτησε, διέγραψε μια καμπύλη τροχιά κι από το πρώτο σκαλί, βρέθηκε με έναν τρομακτικό γδούπο, ανάσκελα στο τελευταίο….
Για καλή της τύχη, ο Ναμπίλ ο γιατρός και η γυναίκα του η Αμάλ η μαία, την ανακαλύψανε και φροντίσανε να μεταφερθεί άμεσα με το ασθενοφόρο στο Νοσοκομείο, κανένας άλλος ένοικος δεν πήρε είδηση….Μέρες αργότερα μάθαμε ότι χειρουργήθηκε, είχε κατάγματα σε ισχίο, ώμο και αγκώνα…χρειαστήκανε 6 φιάλες αίμα που τις προσφέρανε οι Σύριοι συγκάτοικοι….Δεν ξαναγύρισε στο σπίτι της, μετά τα χειρουργεία πήγε σε κέντρο αποκατάστασης και έπειτα σε οίκο ευγηρίας. Εκεί την επισκεφθήκαμε δυό τρείς φορές, μαζί με άλλους συγκατοίκους, ψιλοχαμένα τα είχε … «Οι Σύριοι,οι Σύριοι με σώσανε ψέλλιζε…» Μάθαμε ότι πέθανε….από τους κληρονόμους, που κατέφθασαν μια μέρα ξαφνικά….
16. Προβλέψεις….
Πάντα υπήρχε μια προκατάληψη και μερικές φορές και κάποιος φόβος, για όσες έλεγαν τα χαρτιά, το φλιτζάνι και γενικά για όσους εφάρμοζαν μεθόδους, έξω από τα όρια της λογικής και του χειροπιαστού.
Όμως κάπως έπρεπε να ζήσω και αφού θεωρούσα πως μπορούσα να βγάλω το ψωμί μου με αυτόν τον τρόπο, σκέφτηκα γιατί να μην το εκμεταλλευτώ.
Εξάλλου οι άνθρωποι είχαν μια επιθυμία από τα αρχαία χρόνια να νομίζουν πως μπορούν να κάνουν κτήμα τους το μέλλον και να το ορίσουν.
Έτσι λοιπόν άρχισα να μελετώ χάρτες, την τροχιά των πλανητών, να ρίχνω τα χαρτιά και να διαβάζω φλιτζάνια.
Ούτε θυμάμαι σε πόσους είπα πως θα διαβούν μεγάλη πόρτα, πως θα τους τύχει αρρώστια, ή θα κερδίσουν πολλά χρήματα. Πως πάνω σε δύο (από ώρες έως χρόνια) θα γνώριζαν τον έρωτα της ζωής τους και τον πρίγκιπα του παραμυθιού. Για να μην υπολογίσω τα φίδια που σήμαιναν εχθρό, την γάτα που σήμαινε γυναίκα και το ψάρι που σήμαινε λαχτάρα. Κι αν κάποια ήθελε να προκαλέσει έρωτα σε κάποιον βαθύ και σφοδρό, την έστελνα μια βραδιά με πανσέληνο να περάσει εννιά φορές τη φωτογραφία του πάνω από ειδικά κεριά που έκαιγαν και να δέσει τρεις κόμπους σε σκοινί για να ξορκίσει τους τρίτους που δεν ήθελαν την ένωση τους, διαβάζοντας ειδικά ξόρκια που της έδινα γραμμένα σε κάποιο χαρτί.
Τέτοια έκανα και έβγαζα το ψωμί μου. Κι αν έπεφτα μέσα σε κάποιες προβλέψεις, τότε αυτή με εκθείαζε στις φίλες της και η πελατεία μου αυξανόταν. Δεν είχα παράπονο από πελατεία είχα μπόλικη. Μόνο που να το μαράζι μου ήταν, πως δεν μπορούσα να προβλέψω τα μελλούμενα της δικής μου ζωής.
Κι αν με ρωτούσατε, και με έπιανε κρίση ειλικρίνειας, θα σας έλεγα πως ο πνιγμένος πιάνεται από τα μαλλιά του. Μεγάλη απελπισία μαστίζει τον κόσμο, και πολλά τα προβλήματα που πρέπει να λυθούν. Στην απελπισία του ο καθένας ψάχνει την ελπίδα όπου μπορεί. Στον πάτο ενός φλιτζανιού και στα κατακάθια του καφέ, στις φιγούρες μιας τράπουλας ή στα άστρα που περιδιαβαίνουν το σύμπαν .
Αυτό είδε κι ο Μήτσος. Είδε την μεγάλη πελατεία μου, και άρχισε να μου κάνει τα γλυκά μάτια. Κι εκεί που
αντιστεκόμουν αρχικά, ένα γλυκό σύθαμπο, λύγισα και έγινα δική του. Κι όταν πλέον είχα γλυκαθεί από τα κάλλη του, άρχισε να μου λέει πόσα προβλήματα έχει και πως χρειάζεται χρήματα για να είναι λεύτερος και να μπορέσει να χαρεί την αγάπη και την ευτυχία μαζί μου.
Τι να έκανα; Άρχισε λοιπόν να με αρμέγει όπως αρμέγουν τις αγελάδες. Το χρήμα που του έδινα δεν το λογάριαζα μια και κάθε φορά που πλήρωνα μου χάριζε μοναδικές στιγμές έρωτα. Άρμεγα εγώ τους πελάτες, και ο Μήτσος άρμεγε εμένα.
Κι εγώ η σούπερ μάντισσα, δεν μπόρεσα να πάρω είδηση, αυτό που θα συνέβαινε. Τα χρήματα μου πέρασαν στα χέρια του Μήτσου που πιάστηκε από το νόμο για παρανομίες, και κάρφωσε και μένα. Τώρα περιμένοντας τη δίκη μου σκέφτομαι πως αν είχα φτιάξει έναν καφέ για τον εαυτό μου ίσως να είχα αποφύγει το ζοφερό μέλλον μου. Ίσως!!
17. Τα μαύρα μας τα φεγγάρια μέσα
- Λενιώ, ξεκόλλα απ' την τιβί, να τρέξουμε για ψώνια.
- Πρεμούρα σε έπιασε άντρα μου.
Τι όνειρο είδες πάλι; Αύριο είναι Σάββατο, απόψε δεν κουνάω!
- Αν καρτεράμε τ' αύριο, ποιος ζει και ποιος πεθαίνει!
- Γιατί τι είναι αύριο; Μην έρχεται το τέλος;
- Πρεσάισλι Λενιώ μου!
Ετούτο θέλω να σου πω και μη με κοροϊδέψεις.
Μη δείξεις προκατάληψη, τα μούτρα μη χαλάσεις.
Να μην τραβήξεις το σκοινί, τα όρια μην περάσεις!
- Μεγάλη τούτη η εισαγωγή, πολλές κουβέντες έχει.
Βάλε τη σκέψη σε τροχιά και πες μου τα μαντάτα.
- Απόψε έρχεται Λενιώ, το μαύρο το φεγγάρι.
- Έτσι απροειδοποίητα; Ανάγωγο που είναι!
- Μην κάνεις πλάκα βρε Λενιώ. Λυπήσου με τον δόλιο.
Ετούτο εδώ το σύθαμπο θα ΄ναι το τελευταίο...
- Το τελευταίο βράδυ μας ας είναι και ωραίο...
- Έλεος βρε χριστιανή, σταμάτα κι άκουσέ με.
Ο κόσμος θα καταστραφεί, η γη δε θα γυρίζει.
Σκηνές αποκαλύψεως θα ζήσουμε σου λέω...
- Χαρτί υγείας θα 'χουμε, ή να τρομάξω τώρα;
- Εσύ σκας και γάιδαρο, άμα σε πιάσει πείσμα!
Εδώ ο κόσμος χάνεται κι εσύ μου κάνεις πλάκα!
- Μη σκιάζεσαι κι ο κόσμος σου ίδιος θα είναι πάντα.
Ξέχασες πως σου άρεσαν κάποτε τα φεγγάρια!
18. Το τέλος του κόσμου
Σαν φεύγει ο Σεπτέμβρης και πριν μπει ο Οκτώβρης σε τροχιά, μια νέα προκατάληψη έρχεται να κάνει την εμφάνιση της: Ο κόσμος τελειώνει.
Αυτό το τέλος του κόσμου, μαρτυρά η Μαύρη Σελήνη που θα αντικρίσει, όχι η Ευρώπη, αλλά η Αμερική. Αν σκεφτείς βέβαια πως στις ταινίες το τέλος του κόσμου αρχίζει από την Αμερική, ίσως υπάρχει λίγη αλήθεια σε αυτή την υπόθεση. Ίσως πάλι να πρέπει να κάτσουμε και να σκεφτούμε, γιατί σε κάθε αξιοπερίεργο της φύσης, σε κάθε σύμπτωση της ζωής, ψάχνουμε να βρούμε το τέλος. Ο κόσμος τελειώνει, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Ίσως λοιπόν, να πρέπει να εστιάσεις στο ότι ο κόσμος υπάρχει ακόμα και για όσο θα υπάρχει, πρέπει να τον χαρείς. Ζήσε ξεχωριστές εμπειρίες, ρίσκαρε και μάθε από τα λάθη σου, εξέφρασε πιο πολύ τα συναισθήματα σου στους γύρω σου, κυρίως τα θετικά.
Ταξίδεψε και γνώρισε πολιτισμούς και ανθρώπους. Αγάπα με πάθος, ονειρέψου δίχως όρια και άσε την ψυχή σου ελεύθερη να αφουγκραστεί τα θέλω της και να βρει τρόπους να τα κάνει πραγματικότητα. Βγάλε από την μέση, ότι θαμπώνει το χαμόγελο σου, ότι πληγώνει την καρδιά σου, ότι θυμώνει τον νου σου, ότι αρνητικό σαν σχοινί σε τυλίγει και σε δεσμεύει από το να απολαύσεις την κάθε στιγμή. Γιατί η ζωή κάποια στιγμή θα τελειώσει, αλλά γιατί να σταθείς σε αυτό; Σκέψου πως η ζωή σου χαμογελά κάθε πρωί που ξυπνάς και αντικρίζεις την νέα μέρα. Χαμογέλα της και εσύ, εκμεταλλεύσου όσα σου προσφέρει, απόλαυσε την. Και απόψε, εκεί ανάμεσα στην μέρα που φεύγει και την νύχτα που έρχεται, εκεί που το σύθαμπο οργιάζει με την ομορφιά της στιγμής, μην φοβηθείς πως ο κόσμος θα τελειώσει. Το πρωί ο ήλιος θα ανατείλει ξανά και θα καλημερίσει τον Οκτώβρη!
Εδώ τελειώνουν οι συμμετοχές.
Για να επιστρέψετε στην αρχική ανάρτηση, όπου και θα βαθμολογήσετε, πατήστε εδώ!