Χθες βράδυ πήγα για ύπνο παρέα με το βιβλίο της Έρσης Σωτηροπούλου "να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα" που πήρε κρατικό βραβείο διηγήματος το 2012.
Αφού το διάβασα, το άφησα στην άκρη προσκαλώντας τους ήρωες των διηγημάτων της να έρθουν στον ύπνο μου.
Κανένας δεν ήρθε. Με επισκέφτηκαν πάλι το πρωί και βάλθηκαν να μου λένε ο καθένας τα δικά του. Για τη διάψευση των προσδοκιών τους, την απουσία, τη μοναξιά τους, ακόμα και τις επιθυμίες τους μου σιγοψιθύρισαν. Κάνα δυο ακροβατώντας στα όρια μεταξύ θλίψης και κατάθλιψης, πάσχιζαν να τις ντύσουν με λέξεις.
Τους άκουγα να λένε, να δικαιολογούν, να δικαιολογούνται, να ζουν.
Τους έβλεπα να απελπίζονται, να δακρύζουν, να ελπίζουν, να χαμογελούν.
Είναι ακόμα εδώ και όλοι τους θέλουν να αρπαχτούν από τη ζωή. Βρίσκουν αφορμή εκεί που δεν την περιμένουν. Ένα ανοιχτό κιόσκι με λουλούδια, ένα τσιγάρο στα κλεφτά, μια φράση που μουρμουρίζει κάποιος άγνωστος μπορούν να φέρουν ελπίδα ή δάκρυα στα μάτια. Μια θύμηση μπορεί να τους σπρώξει μπροστά.
Κάπου εκεί καιροφυλακτεί και η αγάπη. Την ένιωσα κι αυτή κι ας άργησε μια-δυο στιγμές παραπάνω η παραδοχή της.
Ένα βιβλίο που διαβάζεται ευχάριστα και γρήγορα, που περιέχει όλα τα χρώματα στη σύνθεσή του με θριαμβευτή το κόκκινο. Ένα κόκκινο που δεν είναι πάντα ξεκάθαρο, αλλά είναι εκεί, γιατί"...Άμα θέλω να δω κόκκινο, βλέπω κόκκινο...", όπως λέει η έφηβη του πρώτου διηγήματος.
Μαζί με μένα το διάβασαν ή το διαβάζουν τώρα κι άλλοι, όπως η καλή μου φίλη mystickland και η ιδέα του να διαβάσουμε όλοι μαζί ένα βιβλίο είναι από το ιστολόγιο με το φεγγάρι αγκαλιά.
Εκεί θα βρείτε μια μεγάλη παρέα που διαβάζει με όρεξη και σχολιάζει με έμπνευση.