Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

17ο Παίζοντας με τις λέξεις (Συμμετοχές 15 - 23)


15. Ο Γιάννης είπε...

ο Γιάννης Πιτ 3/11/2018 έγραψε... Και ...ΑΝΤΡΕΣ ; Για ξεκουμπωθείτε ρε αναγνώστες και επισκέπτες εδώ! ακόμα περισσότεροι! ..και ξεκινάμε. ..στήνω στούντιο, κάμερες, μηχανές προβολής, ετοιμάζω σενάριο, θέλω κάτι καλό. Τι νομίζετε...

Άκου λοιπόν Γιάννη καλό είναι να θεωρείς ότι για να στείλεις κάποιο αξιοπρόσεκτο κείμενο στης Μαρίας στο «παίζοντας με τις λέξεις» πρέπει να στήσεις ολόκληρο στούντιο (όπως στις εκπομπές της tv) και προφανώς η γλώσσα στο σενάριο πρέπει να έχει καθαρότητα σκέψης και να είναι απαλλαγμένη από όρους ερμηνείας. Πράγμα δύσκολο γιατί οι προτιμήσεις των αναγνωστών επιμερίζονται ανισομερώς, και σίγουρος δεν γίνεται να είσαι ότι απευθύνεσαι έστω σε ελάχιστους αναγνώστες. Όπως βλέπεις δεν είμαι καθόλου καθησυχαστικός, αντίθετα αναγνωρίζω ότι οι δυσκολίες είναι μεγάλες και γίνονται ακόμα μεγαλύτερες γιατί έχεις να κάνεις με ένα περιεκτικό κείμενο. «Γράφω για μένα», γνωστοποιείς χαλαρά και ανέμελα, και νομίζεις ότι καθαρίζεις... Έλα μου όμως που είναι διαγωνισμός, είναι αναμέτρηση και πρέπει να υπάρξει αποτέλεσμα.. Ο πρώτος, ο τελευταίος...

Όμως, θα σου γράψω και κάτι πιο προχωρημένο που έχω διαπιστώσει για τους άντρες τις παρέας (και κάνε κόμπο τη καρδιά σου...). Γιάννη δεν γίνεται να κάνουμε χαΐρι... Με έναν Κάβουρα, έναν Μέρμηγκα, έναν Μάνεση (ε, ρε Αρβανιτομάνα Μιδέα) έναν Διακοβασίλη (ούτε καν στο ιερατικό αξίωμα του ιερέα που συμβάλλει στην ιστορική συμφωνία κράτους – εκκλησίας...), έναν Πιτ (-stop που μάλλον παραπέμπει στα αγωνιστικά ράλι)... που πάμε ρε Γιάννη να τα βάλουμε με όλα τα γυναικεία μεγαθήρια της ομάδας... Η αλήθεια είναι ότι δουλεύουν περισσότερο, έχουν αντοχές (βλέπεις βοηθάει η γυναικεία φύση), και πέραν μιας επιφανειακής ευταξίας που δημιουργούν ανατρέπουν τις συνθήκες με αποτέλεσμα να βρίσκονται συνεχώς εν κινήσει... Δεν μεγαλοποιώ τα πράγματα απλά εκφέρω ότι τις υπολήπτομαι επαρκώς.. 

Τώρα, αν θελήσουμε να προβούμε σε αποκατάσταση αυτής της λογοτεχνικής ανισορροπίας των δύο φύλων θα πρέπει μόνο με κάποιο τέχνασμα να κάνουμε τη παρέμβαση μας. Και μην σκεφτείς την εντατική προπόνηση γιατί ήρθαν τα κρύα και περιοριζόμαστε εκ των πραγμάτων... Σκέφτηκα να τους ανακοινώσουμε ότι τελευταία φθίνει και το δικό μας ενδιαφέρον για εξέλιξη...

Βοήθεια από έξω μην περιμένεις... Ακόμα και αν βγάλουμε τελάλη να έρθουν και άλλοι, περίμενε να εμφανιστούν κάποιος Κουνέλης, κάποιος Πέρκας, Κόσυβας, Κόρακας (και θα είμαστε υποχρεωμένοι να προσφεύγουμε σε αποτρεπτικά της βασκανίας ...όπως ο Άδωνης)... Μην ελπίζεις Γιάννη σε κάτι περισσότερο...

Γι αυτό σου λέω άστο καλύτερα.. Βήμα και χώρο στις κυρίες που το έχουν να παράγουν πολιτισμό... Εμείς να ψηφίζουμε να λέμε καλά λόγια στις βραβευόμενες και να προβαλλόμεθα ως επιβραβεύοντες. Όσο για την απατηλή αλλά γυαλιστερή επιφάνεια της δόξας να δείχνουμε ότι δεν μας ενδιαφέρει...

Γιάννη επειδή το χιούμορ δεν μας λείπει προτείνω και κάτι τελευταίο και πιο πρακτικό, κάθε που βγαίνουν αποτελέσματα παιγνίων να μαζευόμαστε οι λίγοι που είμαστε να παίρνουμε δέσμη μέτρων ..να μετράμε τα συμπτώματα της αποτυχίας μας, να διακωμωδούμε τις ανασφάλειές μας, να στήνουμε κανένα οδόφραγμα... Να ζητάμε την συμπαράσταση των γειτόνων, να πίνουμε και κανένα τσίπουρο... , να ανεβάζουμε το αγωνιστικό μας φρόνιμα (καλά το έγραψα, με γιώτα..).

Ξέρω και γω τι να πω, μας έχει φάει η απογιούρα... ,  μήπως όμως υπερβάλλω;




16.  ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΠΛΕΡΩΣΕΙ;

     Εγώ, κυρ-πρόεδρε, παντρεύτηκα το Λενάκι, που το αγάπαγα σφόδρα, παιδιόθεν, που λένε… Το παντρεύτηκα με δόξα και τιμή και το έβαλα κορώνα στο κεφάλι μου, μέχρι και τη φωτογραφία του γάμου μας έβαλα στο μαγαζί, δεν ξέρω αν ξέρεις, «Εκλεκτά κρέατα ο Νώντας», μεγάλο μαγαζί, γωνιακό, με όλα τα κομφόρ…

     Και το Λενάκι, θρονιάστηκε στον θρόνο του και κυβερνούσε το σπιτικό μας ωσάν την πώς τη λένε, τη Μαρία Αντουανέτα, εκείνη με το παντεσπάνι, και τίποτα δεν της έλειπε. Και στο κρεβάτι άρχοντας, εννοείται, κυρ-πρόεδρε, ο Νώντας όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει, με νοείς, φαντάζομαι, πανηγύρι κάθε βράδυ, μας άκουγαν μέχρι τα Πετράλωνα… Και να οι γούνες, και να τα φιλέτα, και να οι ψαροταβέρνες τα Σαββατόβραδα, και να τα μπουζούκια, πρώτο τραπέζι, εννοείται, και να τα Σούνια, που ήταν και κάργα ρομαντικό το Λενάκι και του άρεσαν οι φεγγαράδες…
     Και της πήρα και πλυντήριο, και ψυγείο, και ηλεκτρική κουζίνα, και υπηρέτρια, μέχρι και τηλεόραση της πήρα. Και τότε ήταν που άρχισε να μου μιλάει για μια εκπομπή που παρακολουθούσε, όχι από εκείνες με τους δημοσιογράφους, που όλο ανακοινώνουν δέσμες μέτρων, από τις άλλες, τις φεμινιστικές, εγώ αυτά τα ξένα δεν τα ξέρω… Και ύστερα από λίγο άρχισε να μου ζητάει να πιάσει δουλειά, επειδή, λέει, έτσι είπαν στην εκπομπή, και την έβαλα στο μαγαζί, και της έκοψα και μισθό.
     Και όλα ηρέμησαν για λίγο, αλλά μετά άρχισε να μου ζητάει να της πάρω αμάξι! Βρε, καλή μου, βρε χρυσή μου, όχι, το είπαν στην εκπομπή, όλες οι γυναίκες σοφάρουν, θέλω κι εγώ, και το βράδυ μου άρχισε την κρεβατομουρμούρα, ξέρεις, κυρ-πρόεδρε, γλώσσα δεν έβαζε μέσα, μέχρι σεξουαλική απεργία μου έκανε, και είδα κι απόειδα και της πήρα και αμάξι, και δάσκαλο να μάθει να σοφάρει της πήρα. Και τότε ήταν που σταμάτησε να έρχεται στο μαγαζί και άρχισε τα σούρτα-φέρτα.
     Στην αρχή δεν το’πιασα το υπονοούμενο, αλλά το πράγμα συνεχιζόταν, και όταν τη ρωτούσα πού ήταν, μου έλεγε ότι είχε πάει βόλτα με τις φίλες της, πού να φανταστώ... Μια μέρα γυρνάει σα βρεγμένη γάτα, κοιτάω, τι να δω, το αμάξι σαν το ακορντεόν του ζητιάνου στη γωνία. Πού το χτύπησες το αμάξι, ρε, Λενάκι; με τράκαρε ένας στην Καλλιθέα, μου λέει, εκεί που πήγαινα στη μοδίστρα μου… Και την επόμενη μου έρχεται το ραβασάκι από το δικαστήριο, επειδή, λέει, έπεσε με το αμάξι και γκρέμισε μια μάντρα στη Βάρη…
     Και έρχομαι εδώ και μαθαίνω, ότι το Λενάκι, λέει, συνοδευόταν από αρρένα αψηλό. Γιατί με αψηλό, ρε, Λενάκι; Τι φταίω εγώ που είμαι 1,60; Ε, αν με αυτό δεν έφτασε ο κόμπος στο χτένι, δεν ξέρω με τι άλλο μπορεί να φτάσει! Να πλερώσω, κυρ-πρόεδρε, τη μάντρα, να πλερώσω, λεφτά υπάρχουν, αλλά με τη δική μου αποκατάσταση τι θα γίνει; Το δικό μου το κέρατο ποιος θα το πλερώσει;





17. Πρωινή σαγήνη 

Χάραξε στο σύμπαν των πουλιών
Στα ηλεκτρικά σύρματα τα μυστικά τους πεντάγραμμα
κρυφά μεταφέρουν, ο ουρανός να τα δεχτεί.
Τραβήχτηκε στα μαύρα πέρατα το δίχτυ της νύχτας
Ξημέρωσε.
Στο μέτωπο της γης λαμπύρισαν αίφνης
οι λεπίδες μιας πρωτόφαντης χαράς.
Χαρά του έφηβου πριν πάει στο ραντεβού με το πρώτο χάδι.

Πάνω στο άρμα του πρόβαλε ο ήλιος
σκορπώντας τις ζεστές του γλώσσες στο αχνό γαλάζιο.
Χρυσάφι μάζευε το χώμα στις πόρους του
γλυκά να καρπίσει το σιτάρι, το τριφύλλι, το ξινόχορτο.
Βγήκα στη βεράντα με το θαύμα να μιλήσω
κι ήρθε μια δέσμη ηλιαχτίδων κι έδεσε
στους ώμους μου ένα απαστράπτον φουλάρι μεταξωτό.
Έλαμπα όπως λάμπουν τα ξάρτια της φρεγάτας
σαν μπαίνει αργά στο λιμάνι για να δέσει.

Κάθισα στην αιώρα του πεύκου.
Φύσαγε και το φόρεμά μου και μικρό γίνονταν ιστίο.
Ταξίδευα στη γεμάτη αινίγματα θάλασσα,
γύρω οργίαζε η ορχήστρα των τζιτζικιών και των εντόμων.
Εξαίσια αυγή που κόμπο - κόμπο μοίραζε 
το φως της στις αγριοσυκιές της ακτής.

Στο σπίτι η μητέρα ήταν απορροφημένη στις πρωινές ειδήσεις.
Κάποιοι μιλούσαν για την αποκατάσταση της αλήθειας.
(Μιας αλήθειας που τεχνηέντως αποσιωπούσαν)
Την δέσμια με βαριές αλυσίδες ασήκωτες
σαν τα πέτρινα χρόνια της φτωχής ηρωίδας
στην αγαπημένη εκπομπή της μαμάς.

Την προέτρεψα να βγει στην πρωινή δροσιά,
μια παρτίδα σκάκι να παίξουμε με τον ήλιο,
μια αλήθεια να του ψιθυρίσουμε στ' αυτί,
για μιαν ελπίδα που ζωντανή την κρατάμε για χρόνια
γιατί καλά γνωρίζουμε πως αν άμορφο γίνει είδωλο,
χαράμι θα πάνε τα αυγινά χαμόγελα
κι ο έφηβος που κουρνιάζει βαθιά μέσα μας
μονάχος του θα μείνει να ξιφουλκεί το αλλόκοτο κενό. 




18. Χαμένα όνειρα

Λίγο ακόμα και θα φτάσει την καρέκλα που έβαλε εχθές το βράδυ κάτω από το παράθυρό της.
Διστάζει να πηδήξει, γιατί ένα στραβοπάτημα θα σημαίνει την στέρηση της ελευθερίας της για πάντα.

Το σκοτάδι ήταν πυκνό αλλά ήξερε τον δρόμο καλά. 
Πήρε τη βαλιτσούλα της και βάδισε γρήγορα προς την αυλόπορτα.
Ο κόμπος στον λαιμό της δεν έλεγε να φύγει. 

Μια δέσμη φωτός διέσχισε το σκοτάδι, ήταν το σινιάλο που περίμενε. 
Έτρεξε γρήγορα κι άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου.

-Έτοιμη ξάδερφε φύγαμε.
-Πάμε o καπετάνιος μας περιμένει.

Από την ημέρα που της ανακοίνωσαν τα αδέρφια της ότι ήρθε η ώρα της αποκατάστασης της, αναστατώθηκε η ζωή της.
Τα όνειρα της ήταν άλλα.
Ήθελε να γίνει δασκάλα, να παντρευτεί αυτόν που θα αγαπούσε και να έκαναν  πολλά παιδιά.

-Φτάσαμε Αρετούλα.

Η φωνή του την επανέφερε στην πραγματικότητα.
Δεν μπορούσε να μιλήσει από την αγωνία. Η γλώσσα της είχε κολλήσει στο στόμα της.
Νόμιζε ότι παρακολουθούσε μια εκπομπή στη τηλεόραση, ότι όλα αυτά δεν αφορούσαν την ίδια.
Άρπαξε με θάρρος το βαλιτσάκι της και πήδηξε από το αυτοκίνητο.

-Έλα από δω κόρη μου, της είπε ο καπετάνιος.
Πρέπει να σε κρύψω
Το πρωί που θα καταλάβουν ότι λείπεις, η πρώτη τους δουλειά θα  είναι να κατέβουν στο λιμάνι και να ψάξουν όλα τα καΐκια.

-Και δεν θα με βρουν καπετάν Βασίλη αν ανέβουν και σ' αυτό;
-Δεν θα σε βρουν όσο κι αν ψάξουν.
Σαν παλικάρι κι εγώ αγάπησα μια κοπέλα,  μ αγάπησε κι αυτή θαρρώ, αλλά οι δικοί της δεν ήθελαν να πάρει ναυτικό.
Ετοίμασα κι εγώ μια κρύπτη πίσω από την πρύμνη, για να την φυγαδεύσω.
Την περίμενα την συγκεκριμένη νύχτα και την επόμενη και όλες τις επόμενες  νύχτες, για ένα μήνα συνέχεια.
Δεν ήρθε και δεν έμαθα ποτέ αν άλλαξε γνώμη ή αν προσπάθησε και δεν τα κατάφερε.

-Εσύ δεν έκανες οικογένεια καπετάν Βασίλη;
-Όχι κόρη μου, μια φορά αγαπάει κανείς.
Παρακολουθούσα τη ζωή τους από μακριά και χαιρόμουν που έβλεπα ότι  ο άνδρας της  ήταν καλός και  την αγαπούσε.
Απέκτησαν και   τρία παιδιά που τα  αγάπησα σαν δικά μου, γιατί ήταν κομμάτι δικό της.
Έλα τώρα να σε κρύψω γιατί όπου να'ναι ξημερώνει, θα ανακαλύψουν το φευγιό σου και θα έχουμε πανηγύρια.
Έχει από όλα μέσα στην κρύπτη, νερό, φαγητό και στρώμα για να ξαπλώσεις.
 Σου έφερα και μερικά βιβλία για να περάσει ευχάριστα η ώρα σου..
Όταν θα σαλπάρουμε κι απομακρυνθούμε από το νησί,  θα βγεις άφοβα.

-Ευχαριστώ πολύ καπετάν Βασίλη.
-Κλειδώνω τώρα.
Ηρέμησε και ξάπλωσε.

Ο ήλιος στέλνει τις πρώτες του ακτίνες κι ο καπετάνιος καπνίζει σκεφτικός στο κατάστρωμα, περιμένει και μονολογεί.
-Αχ Κατερίνα μου, ποιος θα το περίμενε ότι μετά από τόσα χρόνια θα έκρυβα την κόρη σου στην κρύπτη που ετοίμασα για σένα, για μας.
Ορκίζομαι ότι θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου να την πάω σε μέρος ασφαλές και να πραγματοποιήσει τα όνειρα της.

Πέταξε το τσιγάρο του στη θάλασσα και κατέβηκε να ξαπλώσει λιγάκι.
Η μέρα που ξημέρωνε θα ήταν πολύ μεγάλη και δύσκολη για όλους.




19. Εκπομπή εαυτού

«Παρά δεύτερος στην πόλη, κάλλιο πρώτος στο χωριό» έλεγε η μάνα μου για να πείσει τον πατέρα μου να επιλέξω τέταρτη δέσμη, επειδή ο μαθηματικός με θεωρούσε «μέτρια προς τα κάτω».
«Δένεις κόμπο τα φτερά του παιδιού!» απαντούσε ο πατέρας μου, επειδή η φιλόλογος με θεωρούσε «μέτρια προς τα πάνω». Πέρασε του πατέρα και επέλεξα τρίτη δέσμη.
Βγήκαν τα αποτελέσματα κι εγώ ούτε πρώτη ούτε δεύτερη. Ούτε καν τελευταία. Εγώ πουθενά! Έπεσα στο κρεβάτι και δεν μπορούσα να σηκωθώ από τη ζαλάδα, τα βράδια έβλεπα εφιάλτες: ξεφύλλιζα, λέει, το ημερολόγιό μου κι όλα μου τα ποιήματα είχαν αντικατασταθεί από ημερομηνίες και όρους συνθηκών…

Ώσπου η αδελφή της κολλητής μου, ήδη φοιτήτρια, υπέδειξε τη θεραπεία:
«Να κάνεις σεξ και θα ξελαμπικάρεις. Έχω ένα γνωστό, τον Πάνο, ό,τι πρέπει για την περίπτωσή σου!»
«Μα της αρέσει ο  Χρήστος…» αντιμίλησε η κολλητή μου.
«Αυτός δεν κάνει για τη δουλειά μας».
Κι έτσι επέλεξα τον Πάνο. 
Οι ζαλάδες και οι εφιάλτες έφυγαν, αλλά, όταν έκλεινα τα μάτια, σκεφτόμουν πως ο Πάνος ήταν ο Σοφοκλής κι εγώ η Αντιγόνη κι ερχόταν από πάνω μας η φιλόλογος και μας κατσάδιαζε που κάναμε σεξ, ενώ είχαμε χρέος να ανοίξουμε γραφείο τελετών. Και στο στομάχι μου χόρευαν περισπωμένες… Και έμεινα έγκυος.
Μην τα πολυλογώ, ξεπαραδιαστήκαμε: δικηγόροι να κυνηγάνε τον Πάνο για την αναγνώριση, τους γονείς μου για να μην ξεμαλλιάζονται δημόσια, γιατροί για το μωρό, γιατροί και για τη γιαγιά κι από κοντά πάνες, γάλατα….

Ώσπου έφυγα μακριά. Κόμπος ακόμα τα φτερά μου, μα ταχτοποιήθηκα. Βρήκα δουλειά: καθάριζα ένα δημοτικό με  έναν πολύ ωραίο δάσκαλο που δεν μου έριχνε ματιά, φρόντιζα το παιδάκι μου: φάε, κοιμήσου, παίξε…

Ώσπου ο δάσκαλος έσπασε το χέρι του και μου ζήτησε να γράψω στον πίνακα: «Πώς παίζεται αυτό το παιχνίδι;» και «Πώς παίζετε εσείς αυτό το παιχνίδι;»
«Μα, είστε θησαυρός!» αναφώνησε. «Σας έχω ακούσει πώς χειρίζεστε τη γλώσσα και σας έχω θαυμάσει, αλλά αυτό… Ακόμα και συνάδελφοί μου δεν μπορούν να επιλέξουν, αι ή ε, κι εσείς… Αχ, εσείς!»
Αυτό ήταν! Είχε έρθει η ώρα να γευτώ την πλήρη αποκατάσταση! Αποκαταστάθηκε η χαμένη μου τιμή, αυτή της τριτοδεσμίτισας, και το ίδιο απόγευμα αποκαταστάθηκε και αυτή της άγαμης μάνας, γιατί ο δάσκαλος μου ζήτησε να παντρευτούμε. 
Μα εγώ χάρηκα την εκπομπή σήματος που λάμβανα για πρώτη φορά από τον εαυτό μου. Δεν ακολουθούσα τυφλά συμβουλές, δεν έδινα διαταγές. Μοιραζόμουν τις επιθυμίες μου και τολμούσα τα δικά μου λάθη, όσα μπορούσα να τολμήσω...
«Τι θα κάνουμε την Κυριακή, αγάπες μου;»
«Επανάληψη στα πιο κοινά λάθη στη χρήση της γλώσσας;»
«Βόλτα στις κούνιες;»
«Πικ νικ στη θάλασσα; Με σφολιατάκια. Δεν φούσκωσαν την προηγούμενη φορά, αλλά λέω να ξαναδοκιμάσω…»





20. Θα με παντρευτείς;

Από μικρή σαν ήμουνα
σκεφτόμουνα το γάμο
αποκατάσταση ήθελα
με όμορφο κουμπάρο.

Σαν ήβρα άντρα έξυπνο
ήθελα να τον πάρω
μα αυτός τη γλώσσα έδενε
κόμπο να μην ρωτάω.

Θέλω μια δέσμη άνθια
άσπρα αγαπημένα,
να περπατώ καμαρωτή
με βλέμματα στραμμένα.

Θα’ ναι η δική μου εκπομπή
κι εσύ θα είσαι μέρος
νυμφεύσου με λεβέντη μου,
θα σ’ αγαπώ με δέος.

Γιατί μου είσαι δύσκολος;
Τι παραπάνω θέλεις;
Μια όμορφη αρχόντισσα
θέλει σε και το ξέρεις. 

Οι φίλες μου παντρεύονται

κι οι κουτσομπόλες σκάνε
παντρέψου με, δερβίση μου,
γεροντοκόρη θα’ μαι;




21. "Θεούληδες"

Κάνω το λάθος να σερφάρω σε λάθος ιστότοπους. Από κείνους που βρίθουν στην σκατοψυχιά, που η γλώσσα των σχολιαστών κάτω από τα άρθρα και τα βίντεο συνθλίβει την ανθρώπινη υπόσταση, από κείνους που σε κάνουν να νιώθεις ντροπή για το ανθρώπινο είδος, αγωνία για την πορεία μας...

Η είδηση των τελευταίων ημερών παίζει παντού: Ένας άνθρωπος που πριν ενάμιση χρόνο έχασε σύζυγο και παιδί σε ένα τρομακτικό ατύχημα, αποφασίζει να συνεχίσει τη ζωή του. Με μια νέα σύντροφο. Θέλει στον πόνο να φέρει χαρά. Τι πιο αισιόδοξο; Τι πιο φυσιολογικό όταν γνωρίζουμε ότι στη ζωή οι χαρές και οι λύπες εναλλάσσονται διαρκώς; Και στην τελική, κανένας δεν φοράει τα παπούτσια του άλλου για να γνωρίζει που τον χτυπούν και τι βιώνει. 

Σύμφωνα με τη δέσμη σχολίων (της ίδιας πάνω-κάτω μορφής) που πετυχαίνω κάτω από το βίντεο μιας κουτσομπολίστικης εκπομπής, αυτός ο άνθρωπος δεν έχει το δικαίωμα της ευτυχίας. Ο κόσμος του το απαγορεύει. Τα υβριστικά σχόλια εκαντοντάδες. Οι κατάρες πάνε κι έρχονται. Ο κόσμος αποφασίζει πόσο καιρό πρέπει να θρηνήσεις, πόσο καιρό πρέπει να πενθήσεις, πόσο να μείνεις ολομόναχος ...Ίσως και για πάντα. 

Έχουμε άποψη για όλα φίλε μου, για την αποκατάσταση του άλλου, τη ζωή του, τα πάντα του. Χωρίς αιδώ κρίνουμε και καταδικάζουμε...

Το στομάχι μου έχει γίνει ένα κουβάρι. Ο κόμπος στο λαιμό δεν μου επιτρέπει να καταπιώ όσα διαβάζω. Πνίγομαι. Η δύναμη του διαδικτύου είναι και η αδυναμία του. Μας έδωσε μια πλασματική εξουσία. Γίναμε "θεούληδες" και τιμωρούμε κατά βούληση. Και κάθε μέρα πάμε από το κακό στο χειρότερο. Ασχολούμαστε με τις ζωές των άλλων, αντί να κοιτάζουμε τα δικά μας χάλια! Στην πραγματικότητα, δεν θέλουμε να ασχοληθούμε με τη δική μας ζωή. Είναι πιο εύκολο να μας νοιάζει ένας άγνωστος, να έχουμε άποψη για τη ζωή του και τα λάθη του. Αποφεύγουμε βλέπετε τις δικές μας συναισθηματικές μάχες. 

Το ''λάθος" μου μου έδωσε τελικά τροφή για σκέψη. 
Σας αφήνω... Αρκετά ασχολήθηκα κι εγώ με τους "άλλους"!




22. ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΤΑ ΓΡΑΜΜΕΝΑ

Ο Λέανδρος κι η Ναυσικά ήτανε δύο νέοι,

άγνωστοι μεταξύ τωνε, μέναν στη Φιλοθέη.
Η Ναυσικά ήταν ξανθή κι είχε χοντρές πλεξούδες,
ο Λέανδρος ήταν μελαμψός, με Αιγύπτιους παππούδες.

Η μοίρα τους τους έριξε τον έναν παν’στον άλλον,
τράκαραν τα καρότσια τους στο σουπερμάρκετ, μάλλον.
Μια δέσμη φως ηλεκτρικό τους έπεσε στα μάτια,
κοιτάχτηκαν και οι καρδιές γίναν ευθύς κομμάτια.

Από εκείνο το συμβάν γίναν οι δυο ζευγάρι,
και στις μπουάτ τα δειλινά χορεύανε με χάρη.
Γνωρίσανε από κοντά κάθε δέντρο και θάμνο,
κάθε παγκάκι σκοτεινό και κάθε πλαζ με άμμο.

Έφτασαν τα μαντάτα τους εις των γονιών τα ώτα,
εφρύαξαν οι μάνες τους κατά τα ειωθότα.
Φώναξαν, λιποθύμησαν, έπαθαν την καρδιά τους,
αλλά δεν συγκινήθηκαν καθόλου τα παιδιά τους.

Της Ναυσικάς ο κύρης της, που ήταν δικηγόρος,
την έξοδο της στέρησε, για να μην γίνει ντόρος.
Κι η Ναυσικά κλειδώθηκε εις το δωμάτιό της,
δεν έπινε, δεν άγγιζε μπουκιά απ’το φαγητό της.

Του θανατά ταβλιάστηκε ο Λέανδρος στην κλίνη,
κι η μάνα του του έδινε κρυφά πενικιλλίνη.
Αντί για λόγια, στεναγμούς έβγαζε με ευχέρεια,
και οι γιατροί σηκώσανε, όλοι, ψηλά τα χέρια.

Οι δύο νέοι έλιωναν, σαφώς, μέρα τη μέρα,
και οι γονείς, ανήμποροι, κάναν τα μίση πέρα.
Με ανθοδέσμη ακριβή, στης Ναυσικάς το σπίτι,
ήρθε η αποκατάσταση, που η νεαρά εζήτει.

Ο γάμος τους ορίστηκε μια Κυριακή του Απρίλη,

τη γλώσσα τους να καταπιούν οι εχθροί μα και οι φίλοι.
Η εκκλησιά στολίστηκε με άνθη και κορδέλες,
όπως την ονειρεύονταν οι ανύπαντρες κοπέλες.

Ο Λέανδρος, στο σπίτι του, λίγο προτού να φύγει,
τον κόμπο της γραβάτας του, ένιωσε να τον πνίγει.
Μα κι η ξανθή η Ναυσικά, το νυφικό κοιτούσε,
και μπροστά στον καθρέφτη της, σιγά μονολογούσε.

Μήπως βιαζότανε πολύ; την πήρανε τα χρόνια;
Ήτανε, τάχα, έτοιμη για τέκνα και για εγγόνια;
Για να μην τα πολυλογώ, επέταξε το τούλι,
και οι γονείς στην εκπομπή τρέχαν, της Νικολούλη.

Κι ο Λέανδρος ο μελαμψός, κι αυτός εξηφανίσθη,
κι η μάνα του απ’τον καημό σε μια μονή εκλείσθη.
Και για όποιον επιμύθιο ψάχνει να βρει, του λέω,
ποτέ δεν ξέρεις στη ζωή ποιο θα’ναι το μοιραίο.

Μπορεί η ζωή να σε τραβά γοργά κατά τη δύση,
και να νομίζεις πως λεφτά  θα τρέχουν απ’τη βρύση,
αλλά απ’την βρύση μόλις δεις νερό πως τρέχει, ίσως
να καταλάβεις, φίλε μου, πως δεν θα γίνεις Κροίσος.




23. Εννιά φυτιλάκια

"Θέμα του βιβλίου μου η αποκατάσταση μιας αλήθειας που αφορά το χωριό μας"...

Επιτέλους, σκέφτηκα, κάποιος θα με λυτρώσει από τη δειλία μου!

***

Ένα βράδυ του Ιούλη, εννιά γριές τάισαν τους άντρες τους και συναντήθηκαν στην πλατεία. Στάθηκαν στη μέση κι έγειραν τις ζωές τους στο δέντρο. Μες στη νύχτα της καρδιάς τους έλαμψαν εννιά χαμόγελα, μια κραυγή έσπασε το φόβο του θανάτου: "για τη λευτεριά πεθαίνουμε!" Μες στο σκοτάδι της ιστορίας έλαμψαν εννιά κόμποι στο λαιμό εννιά αγοριών.
Τότε, νιούτσικες μανάδες ακόμα, δεν μίλησαν, είχαν ζωντανά παιδιά να προστατέψουν. Τώρα τα παιδιά τους είχαν μεγαλώσει, ανάγκη τις είχαν τα πεθαμένα τους. Έσιαξαν τις μαντήλες τους και κίνησαν για το σπίτι του Λερνέα.
"Κάποτε σήκωσες το χέρι, έδειξες τα παιδιά μας και τα έστειλες στην κρεμάλα. Για αντάλλαγμα, θεοί κι ανθρώποι σου έδωσαν ήσυχα και πολλά χρόνια. Πήγαινε αλλού να ζήσεις όσα σου απομένουν, δε σε θέλουμε εδώ!"
Από το σπίτι ξεπρόβαλαν πρόεδρος κα σύμβουλοι.
"Θα τα βάλετε μ' ένα γέρο άνθρωπο που ήρθε εδώ για να πεθάνει;"
"Να πάει να πεθάνει αλλού, εδώ πέθαναν εξαιτίας του τα παιδιά μας!"
"Ντροπή σας! Γυναίκες στην ηλικία σας να ξεθάβετε παλιά πάθη... Τίποτα δεν διδαχτήκατε από τον εμφύλιο;"

Εννιά γριές ξεψύχησαν εκείνον τον Ιούλη στο χωριό. (Δεν άντεξαν την αποπνικτική ατμόσφαιρα...) Και κάθε φορά μια δέσμη από εννιά χαμόγελα το 'σκαγε απ' την καμινάδα κι έπεφτε πυροτέχνημα στα χωράφια με τα πιο ανθεκτικά "Σςς!"


***

..."Ύστερα από πολυετή έρευνα αποδεικνύω στο βιβλίο μου πως το εκκλησάκι μας είναι το αρχαιότερο της περιοχής. Γι' αυτό εμείς αξίζουμε την επιδότηση για τον τουρισμό! Και, σε πείσμα μερικών, θα παραμείνει για πολλά ακόμη χρόνια όρθιο χάρη στο μεγάλο μας ευεργέτη Λερνέα που κληροδότησε για την αποκατάστασή του"...
Τσουρουφλίστηκα! Αυτή την αλήθεια καιγόσουν να αποκαταστήσεις; Ντροπή σου, ήθελα να φωνάξω, μα δεν μίλησα. Η γλώσσα μου δέθηκε κόμπος. Είχα παιδιά να μεγαλώσω κι εγώ όπως και η μάνα μου κάποτε...

***

"Τώρα, κορίτσι μου, λύθηκε η γλώσσα μου. Αυτή είναι η αλήθεια, μα ποιος νοιάζεται... Θα την πεις στην εκπομπή σου; Ο γιος του Λερνέα είναι υπουργός..."
"Θα την πω. Θα μιλήσω στο παιδί μου και θα την πω!"

***

"Αγάπη μου, ίσως έρθουν δύσκολες μέρες, ίσως στερηθούμε πολλά. Μα να ξέρεις, ό,τι μας λείψει, αυτό θα κρατήσει αναμμένα εννιά φυτιλάκια, ζωντανά εννιά χαμόγελα..."



Για να διαβάσετε τις συμμετοχές 6 - 14 πατήστε εδώ!
Για να διαβάσετε τις συμμετοχές 1 - 5, αλλά και για να βαθμολογήσετε πατήστε εδώ!