Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

"Παίζοντας με τις λέξεις"...Bράβευση και αποτελέσματα 16ου παιχνιδιού


Το 16ο "Παίζοντας με τις λέξεις" μας συγκίνησε, μας έκανε να γελάσουμε, μας τύλιξε στο μυστήριο, μας είπε παραμύθια, αλλά και μεγάλες αλήθειες!
Με 26 καταπληκτικές συμμετοχές που έκαναν ακόμα πιο δύσκολη την επιλογή των πέντε που απαιτεί η βαθμολογία, έφτασε στο τέλος του και ήρθε η ώρα των αποκαλύψεων.
Σας ευχαριστώ όλους θερμά για τη στήριξη και την αγάπη που δείξατε για άλλη μια φορά στο παιχνίδι, που δε θα υπήρχε χωρίς εσάς.
Χαίρομαι αφάνταστα που αποκτά συνεχώς καινούριους φίλους κι ελπίζω να μεγαλώσει κι άλλο. 
Σκέφτομαι διάφορα πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν για να γίνει καλύτερο, αλλά αυτά θα έρθουν, αν έρθουν και δεν είναι απλώς όνειρα, με τον καιρό.

Οι λέξεις οδοδείκτης, δημιουργία, ενέχυρο, ομίχλη, ανατολή,  καθόλου απαγορευτικές δε στάθηκαν κι έτσι άρχισε ένα ακόμα μακρύ, περιπετειώδες ταξίδι στην έμπνευση.


Ήρθε όμως η ώρα να σας αποκαλύψω με μεγάλη χαρά τη νικήτρια αυτού του παιχνιδιού!

Δυστυχώς η πένα της βουτήχτηκε στον πόνο και στον τρόμο όσων εφιαλτικών συνέβησαν το καλοκαίρι που μας πέρασε.
Με μεγάλο σεβασμό και συγκίνηση όμως, με πόνο ολοφάνερο έγραψε το σπαρακτικό "Νούφαρο ριζώνω" που μας συγκλόνισε όλους.
Η καινούρια φίλη του παιχνιδιού "αννετά...κι" που συνυπάρχει εδώ και λίγο καιρό με τη Lysippe στο blog "on-the-up-and-up" είναι η μεγάλη νικήτρια!

Αννέτα μου πολλά συγχαρητήρια!


Νούφαρο ριζώνω

Για ποια ελευθερία να σου πω 
και για ποια επιλογή, εδώ, που σιώπησε το Δικαίωμα
χωρίς να ρωτηθώ γεννήθηκα 
και τώρα που πάλι αθέλητα εκπνέω
- παρηγόρησε τη μάνα μου
πως στον κόσμο τούτο δεν θα ταίριαζα
Και γι΄αλλού οδεύω πριν γαμπρός
πριν κάδρο κρεμούσε το πτυχίο
πριν από έρωτα τρελός  και πριν πατέρας
Πόσο μαύρισα άξαφνα χωρίς γλυκά κι αργά ν΄ασπρίσω
Φεύγω άνευ διαβατηρίου κι άνευ λόγου και αιτίας!
αλλά να μην ανησυχεί
Πριν μεστώσει  ο λόγος μου πύρινος και λαίλαπες μοιράσει
την Πρωτοχρονιά,
Βιαστικά φεύγω, ναι, γιατί τελειώσαν οι ανάσες
σε τούτη την κιτρινιάρικη και παχιά ομίχλη
Λιώσανε τα πεδιλάκια της νονάς  και πονάω 
όπως τότε που ζεμάτισα τα χέρια,
θυμάται;
Και οι οδοδείκτες από ντροπή καήκαν

Τι νόμιζες; -

Που προδώσαν το καθήκον και παγίδες απολήξαν τραγικές
αφού το δρόμο που γυρισμό δεν έχει, το δρόμο του χαμού εδείξαν
Και στην Άτροπό μου να μην κακιώσει  πες
Με λυπήθηκε; δεν ξέρω, τα συμφωνήσαμε όμως μια χαρά
να ξημερωθώ μια ανατολή
νούφαρο σε νερό καθάριο, να ξεδιψώ την κάψα
Αφού εδώ μου όρισαν σαν μιας νύχτας πεταλούδα 
φως γοητευμένος 
τη θανατερή μου λάμπα ν΄αγκαλιάσω να φλεγώ
με ανομολόγητες, αυστηρές διαδικασίες
Μυρίζω άσχημα, το ξέρω, αλλά το κουφαράκι μου ενέχυρο φρούδο μένει,
να ξαναφυτρώσει ο βλαστός σε επονείδιστο χώμα, μου το΄πε πες της,
Ο παππούς στο αυτί, σφιχτά μ΄αγκάλιαζε
Ίδιος κυπαρίσσι ατάραχο σε δράκοντες ανέμους
Και τρυφερά ψιθύριζε πως αφού μεσημέρι αποκοιμήθηκε ο Θεός,
με σπάθα θα γυρίσει,
Δημουργία ολέθρου να στήσει καρφί το καρφί με μια Μέδουσα  
κι έναν Κέρβερο αντάμα, στην τέφρα σκιές κρυμμένες μου΄λεγε,
νανούρισμα στερνό ν΄αποκοιμηθώ
Κι εσύ, στη μάνα μου να πεις πόσο θα τον καμάρωνε κι αυτόν
έτσι να με έχει σφιχτά αγκαλιασμένο Κυματοθραύστης Γίγαντας
μέχρι πού΄ νιωσα να του ξερνάνε λάβα τα πνευμόνια
και σιώπησαν οι Μύθοι, σιώπησε και η Αλήθεια
Και λύκους που είχαμε μαζί, είχαμε! Ναι, το ξέρω
Τα αυτιά μου τρύπαγαν μ΄απόκοσμα ουρλιαχτά
Τόσο,
που κι αυτό της Ατρόπου μου μηνύω και πατάω πόδι
απαιτώντας – κι όχι επαιτώντας τώρα 
Ποτέ ξανά να μην ακούσω
και ναι μου γνέφει με χαμόγελο αυτή
Και Νούφαρο Κωφό ριζώνω σε  νερό καθάριο
Και πριν το Νου μου και τις λίγες μου τις θύμησες χάσω ξεχάσω
στη μάνα μου να πεις αυτή τη φουκαριάρα
καταδικασμένη κάθε λεπτό και βουρδουλιά , κάθε λεπτό και πόνος
πως μοναχά αυτή λυπάμαι
Ακούς μωρέ; Μοναχά αυτή !
Η Κλωθώ μας, έγνεθε με έγνοια  αλλά  η Λάχεσή μας, γελάει τρανταχτά.


Ας δούμε όμως και ποιοι κρύβονται πίσω από τις υπόλοιπες συμμετοχές, καθώς και το βαθμό που συγκέντρωσαν.
Συγχαρητήρια σε όλους!

1.Της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος... (Βασίλειος Διακοβασίλης) 2
2. ΜΑΝΙΑ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗΣ  (Pippi) 1
3. Στην κοινωνία των υποτελών... (ANNAFlo) 11
4. ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΙ, ΔΥΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΙ (αννετά...κι) 8
5. Βρες το πρόσωπό σου (Lysippe) 8
6. Ο Οδοδείκτης και η Ομίχλη (Ελένη Φλογερά) 4
7. Το ταξίδι των γενναίων (Christina Andromeda) 18
8. Πνευματικός οδοδείκτης (Woman in Blogs) 2
9. Άσκηση (airis) 19
10. Το κίνημα με τους οδοδείκτες  (Woman in Blogs) 3
11. Το μήνυμα του καθρέφτη (ποιώ - ελένη) 6
12. Λεωφόρος Ψυχών (Maria Kanellaki) 20
13. Τα ασημένια γένια και η αρετή (Yannis Tzitzikas) 1
14. Η απόφαση (Μαρία Νικολάου) 5
15. Σκέψεις... ταξιδιάρικες! (Marina Tsardakli) 4
16. Στο φως (Διονύσης Μάνεσης) 2
17. Το αόρατο νήμα της ζωής. (Ανέσπερη) 2
18. Αχ Μαργαριταρένια (Memaria) 12
19. Ψηλά (Mia) 1
20. TO ΓΡΑΜΜΑ (Σμαραγδάκι- Ρούλα) 5
21. ΤΟ  ΟΝΕΙΡΟ….. (Κλαυδία) 1
22. Και ο Θεός είπε.... (marypertax) 10
23. ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΚΕΙΜΗΛΙΟ  (Pippi) 5
24. Πίθηκος (georgia vasiliou) 12
25. Με τον ...Λεβιέ για Εξάρτημα  (Giannis Pit) 13
26. Νούφαρο ριζώνω  (αννετά...κι) 25



Η νικήτρια του παιχνιδιού θα λάβει ένα συμβολικό δώρο, ενώ το επόμενο "Παίζοντας με τις λέξεις" θα ανοίξει πανιά τον Νοέμβριο!

Και κάτι τελευταίο, αλλά πολύ σημαντικό!
Προσπάθησα να είμαι όσο πιο προσεκτική γίνεται, μα αν δείτε να μου έχει διαφύγει κάποιο λάθος σας παρακαλώ πολύ να με ενημερώσετε!
Για άλλη μια φορά σας ευχαριστώ πολύ για όλα!

Περισσότερα για το "Παίζοντας με τις λέξεις" μπορείτε να διαβάσετε εδώ!

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

Το βιβλίο των ψευδαισθήσεων, Paul Auster (και άλλα δύο βιβλία)

"Όμως κανείς άλλος δεν ήταν ποτέ εγώ. Ίσως να 'μαι ο πρώτος".

Ο Ντέιβιντ Τσίμερ ζει αποτραβηγμένος βουτηγμένος στη θλίψη και στην οδύνη, θρηνώντας τη γυναίκα του και τους δυο γιους του που χάθηκαν σε αεροπορικό δυστύχημα.
Μια νύχτα, αλλάζοντας κανάλια στην τηλεόραση, πέφτει πάνω σε ένα ντοκιμαντέρ σχετικά με τους κωμικούς του βωβού κινηματογράφου κι ένα  απόσπασμα μιας ταινίας με πρωταγωνιστή τον Έκτορ Μαν, τον κάνει να γελάσει για πρώτη φορά εδώ και μήνες.

"Το γέλιο δεν κράτησε πάνω από λίγα δευτερόλεπτα. Δεν ήταν ιδιαίτερα δυνατό, ή παρατεταμένο, αλλά με αιφνιδίασε, κι αφού δεν του αντιστάθηκα ούτε και ντράπηκα που ξέχασα τη δυστυχία μου τις λιγοστές στιγμές που ο Έκτορ Μαν ήταν στην οθόνη, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μέσα μου υπήρχε κάτι που μέχρι πρότινος δεν το είχα φανταστεί, κάτι άλλο πέρα από σκέτο θάνατο."

Η φυσιογνωμία του σχεδόν άγνωστου στο κοινό ηθοποιού, οι ταινίες του,  το γεγονός της ξαφνικής του εξαφάνισης, μετά από δώδεκα ταινίες στο τέλος της εποχής του βωβού, οι φήμες που ακολούθησαν αυτή την εξαφάνιση, αλλά κυρίως ο ενθουσιασμός του για τη δουλειά του Έκτορ  τον οδήγησαν στο να γράψει ένα βιβλίο που ήταν κυρίως μελέτη των ταινιών του χωρίς πολλές πληροφορίες για τη ζωή του, για την οποία άλλωστε δε γνώριζε παρά όσα μπορούσε να αντλήσει από εγκυκλοπαίδειες του κινηματογράφου, απομνημονεύματα και ιστορίες του πρώιμου Χόλιγουντ.
Όταν άρχισαν να δημοσιεύονται οι πρώτες κριτικές για το βιβλίο, ο Τσίμερ έλαβε ένα φάκελο που θα τον οδηγούσε σε έναν κόσμο γεμάτο σκιές και ψευδαισθήσεις.

"Η ζωή ήταν ένα πυρετικό όνειρο, διαπίστωνε, και η πραγματικότητα ένας ανεδαφικός κόσμος γεμάτος αποκυήματα και παραισθήσεις, ένας τόπος όπου ό, τι φανταζόσουν γινόταν αληθινό."



Το βιβλίο των ψευδαισθήσεων είναι ένα βιβλίο που τα έχει όλα. Έχει αφήγηση που ρέει, έχει ανατροπές, έχει ένταση, έχει συναίσθημα, έχει και λίγο μυστήριο, τόσο όσο χρειάζεται για να του δίνει μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Πάνω από όλα όμως έχει πολλές ψευδαισθήσεις. 
Η παραπάνω φωτογραφία παρόλα αυτά δεν είναι καθόλου ψευδαίσθηση κι ας δείχνει τζάκι μέσα στον καλοκαιριάτικο, ακόμα τουλάχιστον, Σεπτέμβριο. Το βιβλίο το διάβαζα κάπου τα Χριστούγεννα και ακόμα παλιότερα είχα διαβάσει άλλα δύο του Όστερ.


Έχοντας σκοπό να συνεχίσω και με αυτά, σκόπευα αρχικά να βάλω τίτλο 3 2 1. Ώσπου σκέφτηκα, ότι έτσι θα αποπροσανατολίσω το σύμπαν, το οποίο σύμπαν ίσως νόμιζε ότι μιλάω για το τελευταίο βιβλίο του Πολ Όστερ, έχοντας παραλείψει το 4. Γιατί ο σωστός τίτλος είναι 4 3 2 1 και πρόκειται όπως λένε όσοι το διάβασαν για ένα εκπληκτικό έργο, που χαρακτηρίστηκε μάλιστα ως Μεγάλο Αμερικανικό Μυθιστόρημα. Δεν το έχω διαβάσει ακόμα, αλλά αναμφισβήτητα θα το κάνω με την πρώτη ευκαιρία. Η σχέση μου με τον Όστερ βρίσκεται ακόμα σε πολύ αρχικό στάδιο, αλλά όλα δείχνουν ότι με τον καιρό θα εξελιχθεί σε κάτι πολύ δυνατό.


Το Σάνσετ Παρκ είναι ένα μυθιστόρημα για τη σύγχρονη Αμερική και τα φαντάσματά της όπως γράφει και το οπισθόφυλλό του βιβλίου και έχει να κάνει όχι μόνο με την οικονομική κρίση, αλλά και με τη συναισθηματική.
Με την απώλεια να κυριαρχεί, και όχι μόνο εκείνη των υλικών αγαθών, δίνει ένα δυνατό στίγμα της εποχής παρακολουθώντας τη ζωή τεσσάρων νέων που κάνουν κατάληψη σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι στο Σάνσετ Παρκ, μια άγρια γειτονιά του Μπρούκλιν.
Ο Μάιλς, ο κυριότερος ήρωας, που τη ζωή του μαθαίνουμε καλά και που γίνεται η αφορμή να γνωρίσουμε και τους υπόλοιπους, μετά το θάνατο του αδερφού του διακόπτει τις σχέσεις του με την οικογένειά του, και ακόμα και στην εξορία του στη Φλόριντα, όπου καταφεύγει, φτάνει να κάνει μια δουλειά που υπάρχει μόνο και μόνο εξαιτίας της κρίσης. Δουλεύει σε ένα συνεργείο καθαρισμού κατασχεμένων σπιτιών.

"Όταν μπαίνει σε κάποιο σπίτι, ανοίγει πάντα τις πόρτες με φόβο, ακόμα κι αν δεν αισθάνεται έντονη αηδία.  Αναπόφευκτα, το πρώτο πράγμα που έχει να αντιμετωπίσει είναι η δυσωδία, η εισβολή  στα ρουθούνια ενός αέρα ξινισμένου, η σταθερή μυρωδιά από μούχλα, χαλασμένο γάλα, γατίσιες ακαθαρσίες, μαγαρισμένες λεκάνες και σάπια τρόφιμα στον πάγκο της κουζίνας. Ούτε ο φρέσκος αέρας που μπαίνει από τα ανοιχτά παράθυρα δεν μπορεί να εξαφανίσει αυτές τις μυρωδιές. Ούτε το πιο μεθοδικό, το πιο προσεκτικό καθάρισμα δεν μπορεί να αφαιρέσει αυτή τη δυσοσμία της ήττας."

Ο Μάιλς φεύγει από τη Φλόριντα για να καταλήξει στο Σάνσετ Παρκ όταν η σχέση του με τη νεαρή κουβανοαμερικανίδα Πιλάρ μπαίνει σε επικίνδυνη τροχιά και όλα δείχνουν ότι ο μόνος τρόπος για να τη διαφυλάξει είναι να απομακρυνθεί για όσο καιρό χρειάζεται.
Ταυτόχρονα έχει και το βάρος της επανασύνδεσης με όσους είχε αφήσει πίσω του σε εκείνη την πρώτη του φυγή.


Ο Αόρατος είναι μια ιστορία που εξελίσσεται στον χρόνο και στον χώρο. Καλύπτει την χρονική περίοδο από το 1967 έως και το 2007 και ξεκινάει από τη Νέα Υόρκη για να φτάσει στο Παρίσι και στη συνέχεια σ' ένα απομακρυσμένο νησί της Καραϊβικής. 

Ο εικοσάχρονος Άνταμ Γουόκερ, φοιτητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια κι επίδοξος ποιητής συναντιέται με τον αινιγματικό Γάλλο Ρούντολφ Μπορν και τη σύντροφό του Μαργκό. Ένα νοσηρό τρίγωνο, ξεπηδάει γρήγορα από αυτή τη συνάντηση που καταλήγει μάλιστα σε μια αποτρόπαια πράξη βίας.
Ωστόσο κι άλλα νοσηρά πράγματα περιγράφονται. Ακόμα κι δεν μπορούμε να τα τοποθετήσουμε με σιγουριά στην πραγματικότητα, ή στη φαντασία του ήρωα, δεν παύει η ιστορία να αφήνει μια στυφή γεύση.
O "Αόρατος" είναι ένα βιβλίο δυνατό, πολυεπίπεδο, ο συγγραφέας καταφέρνει να κάνει μια τέλεια ψυχογράφηση χαρακτήρων, ωστόσο οι χαρακτήρες αυτοί δεν μου ήταν διόλου συμπαθείς. 

Ο Paul Auster (Πολ Όστερ) γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1947 στο Νιου Τζέρσεϊ από γονείς πολωνοεβραϊκής καταγωγής. Απόφοιτος του πανεπιστημίου Κολούμπια, μετά τις σπουδές του στην αγγλική, γαλλική και ιταλική λογοτεχνία έζησε για ένα διάστημα στη Γαλλία, όπου έκανε τα πρώτα του βήματα στον λογοτεχνικό χώρο ως μεταφραστής (από τα γαλλικά) και ποιητής.
Το πρώτο του πεζογραφικό βιβλίο είναι το αυτοβιογραφικό δοκίμιο The Invention of Solitude (1982): Στον πυρήνα του βιβλίου βρίσκεται ο θάνατος του πατέρα του, Σάμιουελ, και η κατάρρευση της σχέσης του με την πρώτη του σύζυγο, τη διηγηματογράφο και μεταφράστρια Λίντια Ντέιβις.  
Ακολούθησε η Τριλογία της Νέας Υόρκης: City of Glass (1985), Ghosts (1986) και The Locked Room (1986), μεταμοντέρνες παραλλαγές της ιστορίας μυστηρίου που έτυχαν πολύ θερμής κριτικής υποδοχής και τον καθιέρωσαν ως έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους συγγραφείς. Έχει γράψει το σενάριο των ταινιών Smoke και Blue in the Face (Καπνός και Λίγος καπνός ακόμα, αντίστοιχα - 1995) τις οποίες σκηνοθέτησε από κοινού με τον Γουέιν Γουάνγκ. Ακόμα έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε τις ταινίες Lulu on the Bridge (Ερωτευμένοι ως την αιωνιότητα, 1998) και The Inner Life of Martin Frost (2007). 
Ο Όστερ ζει στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης  και είναι παντρεμένος με τη συγγραφέα Σίρι Χούστβεντ και έχει μια κόρη, τη Σοφί, τραγουδίστρια, ηθοποιό και μοντέλο.  Με την προηγούμενή του σύζυγο, τη Λίντια Ντέιβις, έχουν έναν γιο, τον Ντάνιελ.
Είναι μέλος της Αμερικάνικης Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων. 






 Paul Auster
 Ιωάννα Ηλιάδη
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
 408
 19/10/2017

Σάνσετ Παρκ

Συγγραφέας:  Paul Auster
Μεταφραστής:  Σπύρος Γιανναράς
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:  312
Ημερομηνία Έκδοσης:  06/10/2014
Αόρατος

Συγγραφέας:  Paul Auster
Μεταφραστής:  Σπύρος Γιανναράς
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:  320

Ημερομηνία Έκδοσης:  24/10/2013

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

16ο Παίζοντας με τις λέξεις (Συμμετοχές 1 - 6)


Η δημιουργία δε χρειάστηκε οδοδείκτες για να βρει το δρόμο της. 
Ούτε ενέχυρα έδωσε για να παζαρέψει την ανατολή.
Καμιά ομίχλη δεν μας αποπροσανατόλισε, κι έτσι 26 συμμετοχές, υπέροχα πεζά και ποιήματα, μπήκαν σε κλήρωση και βρήκαν τη σειρά τους για να μπορέσετε να τις απολαύσετε.
Ένα μικρό πρόβλημα βρήκε τη λύση του με αυτό τον τρόπο, αφού μέχρι τώρα οι συμμετοχές παρουσιάζονταν σύμφωνα με τη σειρά αποστολής τους.
Θέλω να πιστεύω ότι η σειρά δεν έχει καμιά απολύτως σημασία έτσι κι αλλιώς!
Έχει όμως μεγάλη σημασία αν έχω κάνει κάποιο λάθος. Προσπάθησα να είμαι πολύ προσεκτική, αλλά παρόλα αυτά μπορεί να μου έχει ξεφύγει κάτι.
Αν λοιπόν εντοπίσατε κάποιο λάθος και αφορά συμμετοχή, παρακαλώ πολύ να μου το επισημάνετε στο mail almikr@gmail.com
Αν αφορά οτιδήποτε άλλο, μπορείτε να το γράψετε κι εδώ στα σχόλια!
Σας ευχαριστώ θερμά που για άλλη μια φορά δώσατε πνοή στο παιχνίδι μας και καλωσορίζω όσους παίρνουν μέρος για πρώτη φορά!
Τώρα αρχίζει το ομορφότερο κομμάτι του, μα και το δυσκολότερο συνάμα, αφού πρέπει να βαθμολογήσετε.

Βαθμολογείτε 5 συμμετοχές! 

3 βαθμούς παίρνει η συμμετοχή που σας άρεσε περισσότερο, 
2 η επόμενη και από 
1 βαθμό δίνετε σε τρεις ακόμα συμμετοχές που σας άρεσαν!

Για την αποφυγή αδικιών πρέπει να μπουν όλοι οι βαθμοί.
Δεν μπορείτε φυσικά να βαθμολογήσετε τη δική σας συμμετοχή!
Κρατάτε κρυφή τη συμμετοχή σας και δεν τη δημοσιεύετε μέχρι να λήξει το παιχνίδι.

Τις βαθμολογίες θα τις γράψετε στα σχόλια, κάτω από αυτή την ανάρτηση μέχρι και τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 28 Σεπτεμβρίου
Το Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα.
Ο νικητής, ή η νικήτρια, θα λάβει ένα συμβολικό δώρο.

Σας αφήνω λοιπόν να απολαύσετε την ανάγνωση, αλλά και να δυσκολευτείτε με τη βαθμολογία!

Περισσότερες πληροφορίες για το "Παίζοντας με τις λέξεις" μπορείτε να διαβάσετε εδώ!




1.Της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος...

  Είχαν μείνει οι δυο τους. Με που ακούστηκε το τραγούδι από τα ηχεία, ο Μιχάλης έγνεψε στον μπάρμαν, για ένα ποτό ακόμα. Εκείνος του το σέρβιρε και κάθισε απέναντι του. Ήξερε, ότι είχε φτάσει η ώρα των εξομολογήσεων. Θα άνοιγε την καρδιά του. Το ποτό βοηθούσε, έλυνε τους κόμπους της γλώσσας. Θα έκανε μια ακόμα προσπάθεια ν’ απαλύνει τον πόνο της ψυχής του. Αυτός, έπρεπε μόνο να ακούει.
  “ Δεν μπορώ να ξεχάσω εκείνο το πρωινό. Ο δρόμος ανηφορικός, γεμάτος στροφές, το οδόστρωμα σε άθλια κατάσταση, η ομίχλη μια με έκανε να χάνω κάθε επαφή με τον τόπο και μια εξαφανιζόταν ανακουφίζοντας με. Τα νεύρα μου τσιτωμένα μήπως και χάσω τη διαγράμμιση, το μόνο σημάδι ότι βρισκόμουν στο δρόμο. Ξημέρωνε πια! Ήξερα ότι έπρεπε να είμαι κάπου κοντά. Στο βάθος, πίσω από τους λόφους που έκρυβαν τη θάλασσα, ο ουρανός άρχιζε να ζεσταίνει, το άχρωμο ακόμα φως έκανε την εμφάνιση του. Δεν είχα χρόνο όμως γι’ αυτά, υπό διαφορετικές συνθήκες θα σταματούσα και θα περίμενα να φωτογραφίσω το πρώτο κοκκίνισμα της ημέρας. Δεν έπρεπε να χάσω τον οδοδείκτη, που θα με οδηγούσε στον προορισμό μου. Αγωνιούσα μα ήμουν και χαρούμενος!
  Την περίμενα καιρό αυτήν την ημέρα. Ο άθλιος είχα κάνει ότι χειρότερο μπορούσε να κάνει ένας ερωτευμένος. Ξεπούλησα τη γυναίκα της ζωής μου... εκείνο το βράδυ, έναντι του χρέους που εγώ δημιούργησα... για να φτιάξω εκείνο το μπαράκι, σε μια ξεκομμένη παραλία της Καρπάθου! Δεν μπόρεσα να ξεπληρώσω αυτά που υποσχέθηκα στην ώρα τους. Τότε μου ζήτησε την Όλγα. Θα την κράταγε ως ενέχυρο, μέχρι να τον ξοφλήσω!
  Δεν είχα επιλογή! Εκείνη τον ακολούθησε χωρίς αντίρρηση! Ξαφνιάστηκα! Δεν περίμενα τόσο εύκολα να τον ακολουθήσει. Μαζί το σχεδιάσαμε όλο αυτό! Τη δημιουργία αυτού του μικρού παράδεισου, μαζί την ονειρευτήκαμε. Συνδυάσαμε το καλοκαίρι με τη δουλειά, δίπλα στη θάλασσα που αγαπούσαμε. Και ήμασταν ευτυχισμένοι! Ειδικά εκείνα τα βράδια που το φεγγάρι φώτιζε την παραλία κι εμείς αγκαλιασμένοι κοιμόμαστε αποκαμωμένοι πάνω στην άμμο, ακούγοντας τον απαλό παφλασμό των κυμάτων… Έτσι νόμιζα! 
  Βλέποντας την πινακίδα έστριψα, μπήκα σε ένα στενό δρομάκι και σε λίγο βρισκόμουν μπροστά στη βίλα του πλούσιου χρηματοδότη μου. Ολόγυρα την έζωνε μια βαριά σιδερένια περίφραξη, η πόρτα κλειστή, ίσα που ξεχώριζα το δεύτερο όροφο. Περίμενα. Ήταν ακόμα πολύ πρωί. Η ανατολή μόλις έκανε την εμφάνιση της χρυσίζοντας τη γύρω περιοχή στο προχωρημένο φθινόπωρο. …….  
  Βγήκα από το αυτοκίνητο. Η βαριά πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε εκείνη. Τα μακριά της μαλλιά της ριγμένα στους ώμους της, ταλαιπωρημένα από τη νύχτα. Φορούσε μια ελαφριά ζακέτα πάνω από ένα διάφανο νυχτικό, δεν το είχε όσο ήμαστε μαζί. Πίσω της ο χρηματοδότης μου! Δυνατός, ικανοποιημένος.
- Πάμε, έλα μπες στο αυτοκίνητο!
- Όχι, Μιχάλη. Φύγε! Όχι! Δεν μου ταιριάζει η ζωή δίπλα σου. Φύγε!
  Την πλησίασα. Η ματιά της τα έλεγε όλα! Την είχα χάσει. Τα λόγια της, που με πίκραιναν τόσο εκείνη τη στιγμή, ήταν αληθινά. 
Γι΄αυτό, λοιπόν σου λέω: Της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος….”



2. ΜΑΝΙΑ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗΣ

     Η πόρτα αντήχησε από τα χτυπήματα. Κοίταξε το ρολόι του. Πολύ νωρίς για επισκέψεις. Άνοιξε την πόρτα. Ο άλλος όρμησε μέσα λες και τον κυνηγούσαν.
    - Κλείσε την πόρτα, είπε ξεψυχισμένα.
     Το πρόσωπό του ήταν κάτωχρο, λες και είχε δει φάντασμα.
    - Τι συνέβη; τον ρώτησε.
    - Κάποιος με καταδιώκει, είπε και τινάχτηκε, καθώς ακούστηκε ένας χτύπος στο παράθυρο. Να τος, αυτός είναι, με βρήκε!
     Στάθηκε για λίγο και τον κοίταξε. Ήταν χλωμός, βέβαια, αλλά τον ήξερε χρόνια…
    - Κοφ’την πλάκα, είπε άκεφα.
     Ο άλλος τον κοίταξε σαν χαμένος.
    - Ποια πλάκα; είπε. Εγώ μιλάω σοβαρά και εσύ νομίζεις πως σου κάνω πλάκα; Με καταδιώκει, σου λέω, δεν τον ακούς που χτυπάει το παράθυρο;
     Αργά-αργά, πλησίασε στο παράθυρο. Με μια απότομη κίνηση το άνοιξε και κοίταξε έξω.
    - Είδες; είπε. Δεν είναι κανείς, τα κλαδιά της λεμονιάς χτυπάνε στο παράθυρο από τον αέρα.
    - Μα, αφού τον είδα, γιατί δε με πιστεύεις;
    - Πολλά βιβλία μυστηρίου διαβάζεις τώρα τελευταία και σε έχουν επηρεάσει.
    - Δεν είναι η ιδέα μου, σου λέω!
     Ένιωσε να του ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Κι άλλες φορές του είχε κάνει πλάκα, αυτή τη φορά, όμως, το παράκανε. Άνοιξε την πόρτα και κοίταξε έξω.
    - Έλα εδώ, είπε επιτακτικά, έλα να μου τον δείξεις!
     Ο άλλος πλησίασε και κοίταξε διστακτικά έξω από την πόρτα. Η ορατότητα ήταν περιορισμένη, υπήρχε πυκνή ομίχλη.
    - Να τος, είπε χαμηλόφωνα.
    - Τον οδοδείκτη μου δείχνεις, καημένε; Δεν πας καλά, μου φαίνεται!
    - Μα γιατί δε με πιστεύεις; Κάποιος προσπαθεί να με σκοτώσει!
    - Και για ποιο λόγο;
    - Πού θες να ξέρω; Μπορεί να είναι τρελλός!
    - Τρελλός είσαι εσύ, αν νομίζεις ότι θα χάψω μια τέτοια ιστορία…
    - Αφού ήδη προσπάθησε να με σκοτώσει!
    - Και πώς προσπάθησε, δηλαδή;
    - Ένα θα σου πω: δεν είναι τυχαίο που εχθές το απόγευμα το αυτοκίνητό μου δεν έπαιρνε μπρος… Κάποιος «φρόντισε» γι’αυτό…
    - Το γεγονός ότι έχεις να πας το αυτοκίνητο για έλεγχο πάνω από πέντε χρόνια δεν έχει καμία σημασία, λες;
    - Κορόιδευε εσύ, εγώ μόνο ξέρω ότι γλίτωσα από του Χάρου τα δόντια!
    - Η δημιουργία ιστοριών από το τίποτα ήταν πάντα ένα από τα ταλέντα σου…
    - Φταίω εγώ που ήρθα σε εσένα για βοήθεια…
    - Θα αρχίσεις την κλάψα;
    - Αν μου δάνειζες, τουλάχιστον, μερικά λεφτά…
    - Για δανεικά ήρθες, βρε άχρηστε;
    - Μη με αποπαίρνεις, δε θέλω πολλά, ίσα-ίσα για να μην χρειαστεί να δώσω το ρόλεξ μου για ενέχυρο, σκέψου και τον τρελλό που με καταδιώκει… Λίγα δώσε μου και, ορίστε, σου αφήνω το ρόλεξ, καλύτερα σε εσένα, παρά σε έναν άγνωστο ενεχυροδανειστή…
    - Δεν έχω λεφτά, το αφεντικό μου χρωστάει πέντε μισθούς και εγώ χρωστάω τρία ενοίκια.
    - Μα, δεν είναι αμαρτία να χάσω το ρόλεξ;
     Τον κεραυνοβόλησε με ένα βλέμμα.
    - Καλά, τότε, ας πηγαίνω, είπε, και το κρίμα στο λαιμό σου, και για εμένα και για το ρόλεξ.
     Τον ξεπροβόδισε μέχρι την πόρτα.
    - Πόσο πυκνή είναι αυτή η ομίχλη, σκέφτηκε, αν δεν έμενα εδώ δε θα ήμουν σε θέση να διακρίνω πού είναι η ανατολή και πού η δύση…
     Έκλεισε την πόρτα πίσω του. Ο αέρας φυσούσε ακόμα. Λίγο πιο πέρα, αργά, αλλά σταθερά, ο οδοδείκτης άρχισε να κινείται…




3. Στην κοινωνία των υποτελών...

''Οι δυνατοί επιβιώνουν... αυτό  έμαθα στους δρόμους που μεγάλωσα.
Και βάλθηκα να γίνω δυνατός. Τι νόμιζες; Εγώ υποτελής δεν γίνομαι. Και δεν σκύβω το κεφάλι σε κανέναν. Οι άλλοι όμοιοί μου έπρεπε να καταλάβουν ποιος είναι το αφεντικό των δρόμων. Εκείνοι θα μου έβρισκαν φαγητό, εκείνοι θα με προστάτευαν, εκείνοι θα εκτελούσαν τις εντολές μου.
Θα ήμουν ο  οδοδείκτης τους. Καλά μην αναρωτιέσαι πού έμαθα τόσο ωραίες λέξεις.  Παρατηρούσα τους ανθρώπους και τους άκουγα. Οι άλλοι σκύλοι εντυπωσιάζονταν με κάτι τέτοια, αλλά υποτελείς πώς θα γίνονταν; 
Μόνο με το φόβο.
Και το φόβο τον προκαλεί η βία. 
Και τη βία την επιβάλλει μόνο ο ισχυρός, χωρίς συναισθήματα και αηδίες ανάλογες.
Κι έτσι όλα τα σκυλιά, αρσενικά ή θηλυκά ήταν έρμαια των ορέξεών  μου. Μη νομίζεις ότι τα βίαζα, κάθονταν με τη θέλησή τους-ο φόβος είπαμε- κι ας έσκουζαν. Κάποιες   δαγκωνιές, γιατί ήμουν   στην ανατολή της ζωής μου και είχα δύναμη, ήταν αρκετές για να επικρατήσω. Ναι εντάξει, κάποιοι σκύλοι δεν άντεξαν και πέθαναν. Στο καλό, να μας γράφουν από εκεί πάνω, όπως γράφω και εγώ τώρα. Αυτοί έγιναν παράδειγμα για τους άλλους.
Και που λες, έτσι είχα φτιάξει την Κόζα Νόστρα μου, τη συμμορία μου ντε.
Τα κατηύθυνα να ορμάνε σε ανθρώπινες δημιουργίες για να μάθουν να εκτελούν εντολές που δεν ήθελαν. 
Τα κατηύθυνα να βουτάνε διάφορα από αυλές και ανοικτές πόρτες για να μάθουν τη δουλειά της συμμορίας.
Και καλοπερνούσαμε. Εγώ δηλαδή περνούσα όμορφα και ας έσκουζαν τα σκυλιά τα βράδια όταν ικανοποιούσα τις  επιθυμίες μου.  Ήξερα  ότι αυτός ο πόνος θα τους έκανε πιο  εξαρτημένους.
Ενέχυρο η ζωή τους στα χέρια μου. Το ήξεραν και συμμορφώνονταν.
Αλλά πάντα υπάρχει ο πιο ισχυρός και δεν υπολόγισα τη δύναμη του ανθρώπου. Τι τον ένοιαξε τον άνθρωπο το τι κάναμε εμείς τα σκυλιά; Εξάλλου εκείνον είχα πάντα ως πρότυπο. 
Ομίχλη είχε  εκείνο το βράδυ και όρμησα να φάω τη λιχουδιά που μου μύρισε στη διπλανή αλάνα. Ήταν το καταφύγιό  μου εκεί και δεν πλησίαζαν τα άλλα σκυλιά.
Όταν μετά από λίγο άρχισαν οι πόνοι, το κατάλαβα. Με δηλητηρίασαν με φόλα. 
Θα πέθαινα και τα  διαολόσκυλα  κοιτούσαν ακίνητα τους σπασμούς μου.
Τώρα είμαι στο βασίλειο των ζώων. Δεν μου μιλάνε τα άλλα σκυλιά και δεν περνάνε νταηλίκια. Δεν έχω τι να κάνω και σου γράφω.
 Στην κοινωνία των ανθρώπων όπως και των ζώων πάντα ο ισχυρός επικρατεί.
Αν θες να γίνεις ισχυρός φύλαγε τα νώτα σου.
Θυμήσου το!''
Και πσιτ, μη φεύγεις. Ξεφορτώσου τα αισθήματα. Βασικό προσόν κάθε δυνατού της Γης!''




4. ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΙ, ΔΥΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΙ 

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

     Το νησί έβραζε από μέρες για το μεγάλο κοινωνικό γεγονός. Μικρό , αποκομμένο από τον πολιτισμό, συνδεόταν με τα γύρω νησιά και τον Πειραιά μόνο δυο φορές τη βδομάδα. Η εκδήλωση θα γινόταν σε εποχική νεκροφάνεια του οικισμού κι αν αυτό σήμαινε άσπρισμα, ασβέστωμα και πάστρα το αποχείμωνο, ας ήταν κι έτσι. Κάπου 800 κάτοικοι στους Φούρνους  και 70-80 στη Θύμαινα σήκωσαν τα μανίκια κι άρχισαν με μουρμούρα και γκρίνια την αποκατάσταση από το νοτισμένο κι αλμυρό χειμώνα που άφηνε χαιρέκακα τα σκουριασμένα του ίχνη. - Έχε χάρη  που  το ζητάει ο δήμαρχος, έλεγε ένας.
 – κι είναι και δευτεροξάδελφος, έλεγε άλλος.

 – κι εγώ που νοικιάζω δωμάτια στους μισούς δασκάλους πώς να αρνηθώ; συμπλήρωνε  τρίτος.

 – θα μου πάρεις ποδοσφαιρικά παπούτσια για τη γιορτή; ο μικρός στη μάνα του που φρεσκάριζε την αυλή. 
     Την ιδέα την είχε ο ιστορικός του Λυκείου, το επιχείρημα ήταν «ντροπή, μια θάλασσα μας βρέχει κι ωκεανός μίσους μας χωρίζει με τους Τούρκους», τη συζήτησε με το Λυκειάρχη και το Δήμαρχο για τη δημιουργία μνημείου φιλίας και υιοθετήθηκε σύσσωμη και θερμά. Θα καλούσαν μαθητές από το Σέλτζουκ της Τουρκίας και μαζί με τους μαθητές των δυο νησίδων, 62 όλα κι όλα τα παιδιά,  θα φύτευαν στην πλατεία με τον πλάτανο, παραδίπλα μια ελιά – ενέχυρο ειρήνης και συγχώρεσης ... Σα να διέγραφαν με το μήνυμα αυτό, σελίδες μιας πολυαιώνιας έχθρας που είχε θύματα μόνο τους λαούς κι αλώβητες τις ηγεσίες. 
     Η τρύπα στο πλακόστρωτο άνοιξε ευλαβικά , τα κυκλικά κάγκελα κολλήθηκαν με μεράκι γλύπτη , οι μαθητές πρόβαραν, κουστούμια και φορέματα αερίστηκαν, οι ομιλίες γραφοσβήνονταν σε οίστρους συγκινησιακούς , κοτο-κοκορομαχίες  για τα τοπικά πιάτα φόρτσαραν  και  όλη  η  κοινότητα κόχλαζε από αδημονία για τη σχεδόν παγκόσμια προβολή. 
Σκοπός: να προβληθεί η ξεχασμένη νησιώτικη αρχοντική ομορφιά , ψυχική και τοπογραφική εκπέμποντας σε συχνότητες εκεχειρίας.

ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2003

     Αυτή η ανατολή ξημέρωσε αργά αλλά αστραφτερή. Ακόμη κι η θάλασσα συναίνεσε και με το πρώτο φως τίναξε  κρύσταλλο και διαφάνεια παντού. 
     Πρώτα κατέφτασαν τα τηλεοπτικά συνεργεία και οι μεταφραστές . Αργά το μεσημέρι περίμεναν και την δεκαμελή ομάδα μαθητών με τους καθηγητές τους από το Σέλτζουκ, την ηγεσία κι  εκπρόσωπους του τύπου. Ο οδοδείκτης με τη σκαλιστή ελιά στην αρχή του πλακόστρωτου στενού κατεύθυνε περήφανα την πολύγλωσση, αμήχανη  πομπή.

     Η Λία έσιαξε στον καθρέφτη τα μαλλιά πίσω, τράβηξε το φόρεμα στα γόνατα και κατηφόρισε  να βρει τους άλλους δυο συμμαθητές της στο λιμανάκι. Ήταν αυτή που θα έπαιρνε από τα χέρια του δημάρχου μαζί με το συνομήλικο Αντνάν  τη μικρή ελιά  για να την  εναποθέσουν στο λάκο. Το καϊκι που θα τους πήγαινε απέναντι περίμενε με τα σημαιάκια του, γιγάντιο καράτι κάτω από έναν απροσδόκητα φιλόξενο ήλιο που λαμπύριζε συνομωτικά τις στάλες της πρωινής ομίχλης στις κουπαστές. Ήταν αυτό που τους πήγαινε κάθε μέρα, με πρίμα, κόντρα καιρό  στο Γυμνάσιο - Λύκειο από τη Θύμαινα στους Φούρνους  καταπίνοντας άφοβα το ενάμισι μίλι απόσταση αλλά σήμερα ήταν πιο λευκό, πιο μπλε και λίγο πιο κόκκινο από ποτέ. 

viber ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 2017

LIA : i know what name means in turkish  
ADNAN:  mmm.... do u know? really ? 
LIA:  yesss!  t means  two worlds -  two paradises !!




5. Βρες το πρόσωπό σου

-«Είστε αναπαυτικά;» ακούστηκε χαμηλόφωνα, αλλά σταθερά η φωνή του.

-«Ναι, ευχαριστώ, αλλά είναι ανάγκη να μείνω έτσι; Να μη βλέπω τίποτα;» είπε αγχωμένη.

-«Αυτή είναι η διαδικασία» απάντησε ήπια. «Και τώρα, παρακαλώ, μετακινήστε τα χέρια στο πρόσωπό σας -για αρκετό καιρό το αποφεύγατε- κι αφήστε τα να περιπλανηθούν, να νιώσουν τα χαρακτηριστικά σας, ακόμη και τις πιο μικρές αυλακωμένες πτυχές σας» συνέχισε να της λέει το ίδιο σταθερά.

Τα χέρια της παρέμειναν κρεμασμένα στα πλαϊνά του κορμιού της, σαν ξεψυχισμένη μαριονέτα που περιμένει να της δώσουν ζωή, τραβώντας τα νήματα, μα τελικά άρχισαν να σαλεύουν. Άρχισαν να σκαρφαλώνουν προς τα ψηλά, αργά και δειλά, μέχρι που τ’ ακροδάχτυλά της άγγιξαν κάτι παράξενο. Δεν ένιωσε τη ζεστασιά τού δέρματός της• δεν ήταν ο εαυτός της, ήταν μια αίσθηση τραχιά. Αντανακλαστικά τα χέρια της πήγαν εμπρός-πίσω μέχρι που κατάλαβε πως πρόκειται για κάτι ξένο, για κάτι που είχε κατακάτσει πάνω της και την κρατούσε αλλοιωμένη. Ανέβασε και το άλλο της χέρι στο πρόσωπό της και διαπίστωσε πως όλο της το κεφάλι ήταν καλυμμένο με μικρές στρώσεις από αυτό το πράμα• μια απλωμένη ομίχλη που έκρυβε το πρόσωπό της. Τρόμαξε!

-«Συνέχισε να έχεις επαφή μαζί τους» της είπε επιτακτικά.

Τα χέρια της συνέχισαν να διατρέχουν το ξένο σώμα, που είχε γίνει πια πετσί της, έως ότου ένιωσε μία άκρια να εξέχει. Πάγωσε στιγμιαία σ’ αυτό το σημείο κι ένιωσε φόβο. Κατάλαβε κι εκείνη πως όλα αυτά δεν αποτελούσαν τίποτε άλλο παρά οδοδείκτες, τοποθετημένους από την ίδια. Μέχρι στιγμής την αποπροσανατόλιζαν, αφού την οδηγούσαν μονάχα σε μέρη που την ευχαριστούσαν, κρατώντας την οικειοθελώς πλανεμένη. Σε οτιδήποτε άλλο; Μπλόκαρε την είσοδο!

-«Είσαι έτοιμη;» βούλιαξε απαλά η φωνή μέσα της.

Πριν ολοκληρώσει ακόμα τη φράση του, άρχισε να τραβάει μία μία τις άκριες που έβρισκε μπροστά της. Άλλες έβγαιναν με δυσκολία κι άλλες πιο εύκολα• ανάλογα τη βαρύτητα της ψευδαίσθησης που τάιζε τον εαυτό της. Η μία μετά την άλλη έπεφταν μπροστά στα πόδια της. Έμεινε μία τελευταία, μία λεπτή στρώση, που τη τράβηξε αποφασιστικά κι έμεινε με το απομεινάρι στο χέρι της.

Ένιωσε το δέρμα της ερεθισμένο, να καίει και να τσούζει. 

Τα χέρια της έτρεμαν.

Άνοιξε τα μάτια της. Τον είδε να κάθεται απέναντί της και να της χαμογελάει επαινετικά.

Τώρα πια είχε καταλάβει πως αποζητούσε πλαστές ανατολές, ενώ η αληθινή ανατολή τώρα ξεπρόβαλε μπροστά στα έκθαμβα μάτια της, που έτρεχαν σαν βρύσες.

Τα χείλη της αδυνατούσαν να βγάλουν λέξεις. Τα χέρια της ήταν μονάχα ικανά ν’ αφήσουν τις λέξεις που ήθελε ν’ ακουστούν, που τις έκλεισε σε μία αγκαλιά• σ’ ευχαριστώ που μ’ έκανες να καταλάβω πως έβαλα ενέχυρο ό,τι πολυτιμότερο είχα, εμένα!

-«Στη πεταλούδα, μόνο στην ίδια τη πεταλούδα, οφείλεται η δημιουργία, η αρχή τού γνήσιου ξεκινήματος. Εκείνη χρησιμοποιεί τα φτερά της για να σπάσει το κουκούλι της, για ν’ απελευθερωθεί ως χορεύτρια των αιθέρων» απάντησε, διαβάζοντας τη σημασία τής αγκαλιάς της, κι έκλεισε κι εκείνος τα χέρια του γύρω της.




6. Ο Οδοδείκτης και η Ομίχλη

Βράδιασε! Ο Οδοδείκτης έστεκε αγέρωχος στο σταυροδρόμι.  Είχε μπλε το φόντο του και πάνω του ήταν γραμμένη η κατεύθυνση με όμορφα άσπρα φωσφοριζέ γράμματα «Αλήθεια 5km». Ήταν περήφανος που έδειχνε στους ανθρώπους τον δρόμο προς την Αλήθεια και του άρεσε όταν   ακουμπούσαν για λίγο πάνω του πριν  τον ακολουθήσουν.  Όμως απόψε όλοι τον προσπερνούσαν και γι’ αυτό έφταιγε η Ομίχλη που εδώ και ώρα είχε απλώσει ένα πυκνό πέπλο γύρω του. Όσο και αν όρθωνε το ανάστημά του για να τον δουν οι άνθρωποι και τεντωνόταν, εκείνοι τον προσπερνούσαν κατευθυνόμενοι προς τον Οδοδείκτη που πάνω του έγραφε «Ψέμα 3km». Ο Οδοδείκτης στενοχωρήθηκε και άρχισε να διαμαρτύρεται στην Ομίχλη.

-Ε! Ομίχλη φύγε από δω, μου κάνεις κακό. Απόψε όλοι με προσπερνούν, δεν με βλέπουν εξαιτίας σου και άλλοι κατευθύνονται προς το Ψέμα, άλλοι προς την Υποκρισία και κανένας προς την Αλήθεια.

-Δεν πάω πουθενά, του αποκρίθηκε η Ομίχλη με θράσος και έγινε ακόμη πιο πυκνή.

-Σε παρακαλώ πήγαινε αλλού. Είμαι πολύ σημαντικός Οδοδείκτης, δεν πρέπει να με προσπερνούν.

-Και γιατί παρακαλώ είσαι τόσο σημαντικός;

-Είμαι σημαντικός, γιατί όποιος με ακολουθεί λέει πάντα την αλήθεια και η αλήθεια είναι χαρά, είναι ζωή, είναι δύναμη, είναι δημιουργία και προπάντων είναι ελευθερία. Μόνο όποιος ακολουθεί τον δρόμο της αλήθειας είναι πραγματικά ελεύθερος. Γι’ αυτό σε παρακαλώ φύγε από μπροστά μου,  της είπε  ο Οδοδείκτης.

-Αν φύγω πρέπει να μου δώσεις κάτι για ενέχυρο, του είπε η Ομίχλη. Χμ! για να σκεφτώ… ας πούμε να μου δώσει το Θάρρος.

-Τι είναι αυτά που λες, της είπε ο Οδοδείκτης, μπορεί να είμαι σημαντικός  δρόμος, όμως δεν είμαι εύκολος, οπότε το Θάρρος είναι απαραίτητο σε κάποιον για να με ακολουθήσει.

-Τότε τι θα έλεγες να μου δώσεις την Ειλικρίνεια για ενέχυρο; του είπε η Ομίχλη.

-Την Ειλικρίνεια; Μα αν κάποιος δεν είναι ειλικρινής πως θα ακολουθήσει τον δρόμο της Αλήθειας. Έλα φύγε, δεν βλέπεις που άλλος ένας άνθρωπος με προσπέρασε;

-Αν  θέλεις να μην σε προσπεράσουν και άλλοι τότε δώσε μου την Δύναμη σου, του είπε με στόμφο η Ομίχλη.

-Μα και την Δύναμη την χρειάζομαι. Την δίνω στους ανθρώπους που με  ακολουθούν. Ξέρεις  χρειάζεται να είναι κάποιος πολύ δυνατός για να ακολουθήσει τον δρόμο της Αλήθειας.

 -Ίσως αν μου έδινες λίγη από την Γαλήνη;

-Την Γαλήνη την δίνω ως δώρο σε όσους με ακολουθούν και μην συνεχίζεις τα παζάρια, δεν σου δίνω τίποτα. Όλα αυτά που μου ζητάς είναι απαραίτητα όπλα με τα οποία πρέπει να οπλιστεί ένας άνθρωπος που φτάνει σε αυτό το σταυροδρόμι και αμφιταλαντεύεται στο αν θα με ακολουθήσει ή θα με προσπεράσει. Άλλωστε δεν σε φοβάμαι πια σε λίγο θα διαλυθείς.

-Α ναι και γιατί παρακαλώ; τον ρώτησε όλο νάζι η Ομίχλη, τόση  ώρα δεν το έχεις καταφέρει, τώρα πως θα μπορέσεις να με διαλύσεις;

-Όχι εγώ, εκείνος θα σε διαλύσει ! Ο Ήλιος, ο πιστός μου σύμμαχος. Για κοίταξε προς τη Ανατολή, ήδη άρχισε να γλυκοχαράζει.  Σε λίγο θα γίνω πάλι ορατός και η Αλήθεια θα λάμψει.  Διότι ως γνωστόν «ουδέν κρυπτόν υπό τον Ήλιον». 



Για να διαβάσετε τις συμμετοχές 7 - 16 πατήστε εδώ!
Για να διαβάσετε τις συμμετοχές 17 - 26 πατήστε εδώ!